Βασίλης Μοιρώτσος

Ωραίος ως Ελληνας…

Ωραίος ως Ελληνας…

Εφτά στους πρώτους έντεκα. Δέκα στους συνολικά δεκατέσσερις που πάτησαν χορτάρι. Δώδεκα στους συνολικά δεκαοχτώ της αποστολής. Ο Βασίλης Μοιρώτσος γράφει στο panathinaikos24.gr για το ελληνικό στοιχείο του Παναθηναϊκού και κάνει συγκρίσεις.

Δεν είναι και λίγο πράγμα να βλέπεις έναν τόσο «ελληνικό» Παναθηναϊκό. Και μάλιστα, με πολλά νέα παιδιά, άλλα προερχόμενα από τις ακαδημίες του (Λαγός, Δώνης, Τριανταφυλλόπουλος, Ρισβάνης, Χουχούμης) και άλλα από «στοχευμένες» και με σχέδιο μεταγραφικές κινήσεις (Κουτρουμπής, Σπυρόπουλος, Καρέλης, Κλωναρίδης). Αν πρέπει να κρατήσουμε την «τεσσάρα» στη Λιβαδειά, τότε το ελληνικό στοιχείο πρέπει να το αγκαλιάσουμε και με τα δυο μας χέρια και να το κάνουμε τρόπο – παναθηναϊκής – ζωής.

Ετσι «χτίζονται» οι ομάδες. Με παίκτες που γνωρίζουν που παίζουν, τι εκπροσωπεί το έμβλημα, ποιοι έχουν φορέσει τις φανέλες που τώρα φορούν αυτοί. Με παιδιά που γίνονται ένα με τον σύλλογο, δένονται με τον κόσμο, ψιθυρίζουν τα τραγούδια του (η κάμερα «έπιασε» τον Καπίνο να τραγουδά «και δεν είμαστε καλά»). Χορτάσαμε από Ιάπωνες «παιχταράδες» (Καζιγιάμα), από ολλανδικά «μηχανάκια» (Κάιπερ), από ισπανικά ταλέντα (Εσπάρθα) κι από Αργεντινούς «κίλερ» (Φορναρόλι). Δεν θέλουμε άλλους. Αρκετά μας ταλαιπώρησαν, πολλά (πάρα πολλά) τους πλήρωσε ο σύλλογος κι ακόμα τους πληρώνει.

Τούτοι εδώ οι πιτσιρικάδες, που ο Αναστασίου τους έχει βάλει στον ίσιο δρόμο, είναι στιγμές που σου θυμίζουν φουρνιές άλλων παιδιών, που… έκλειναν σπίτια όχι σαν κι αυτό της Λιβαδειάς, αλλά πολύ μεγαλύτερα. Ολόκληρες βίλες, τύπου Οπόρτο, Αμστερνταμ, Μιλάνου και πάει λέγοντας. Αυτά τα – στην κυριολεξία – αμούστακα παιδιά, παίζουν ποδόσφαιρο και το χαίρονται. Δεν είναι απλά το επάγγελμα τους, δεν είναι μισθοφόροι (αν και γνωρίζουν πως τώρα «χτίζουν» για να φτιάξουν μια καριέρα που θα τους φέρει και χρήμα), δεν κάνουν αγγαρεία. Περιμένουν την προπόνηση για να ακούσουν, να μάθουν, να βελτιωθούν και να εμφανιστούν κάθε φορά και καλύτεροι στο γήπεδο.

Και εκεί, στο γήπεδο, φέρονται σαν άντρες. Όπως κάνουν κι έξω απ’ αυτό. Θαύμαζες τον Λαγό να κάνει ματσάρα στη Λιβαδειά, τον θαύμαζες δύο και τρεις φορές περισσότερο να μιλά μετά το τέλος του αγώνα στη NOVA και χαιρόσουν την ωριμότητα του, τον καλό του λόγο, το προσγειωμένο μυαλό του, την όρεξη για βελτίωση. Παιδί που δεν θα το δεις να προσποιείται πως μιλάει στο κινητό του, βγαίνοντας από τα αποδυτήρια, επειδή βαριέται τους «ενοχλητικούς» δημοσιογράφους, όπως έχουν κάνει και εξακολουθούν να κάνουν τόσοι και τόσοι άλλοι.

Τον προτιμώ κι αυτόν και τους υπόλοιπους των φετινών αποδυτηρίων, από τον οποιονδήποτε «παιχταρά» που θα έρθει από το εξωτερικό, θα μου πει πόσο περήφανος νιώθει που του δίνεται η ευκαιρία να αγωνιστεί με το τριφύλλι στο στήθος (λες και μεγάλωσε στα στενά της Λεωφόρου) και θα φύγει μετά από έξι ή δώδεκα μήνες, έχοντας αφήσει πίσω του μόνο ανέκδοτα του τύπου: «Ηρθε ο Φορναρόλι (και έφυγε μισό εκατομμύριο και βάλε από τα ταμεία), διαρκείας πάρτε όλοι»…

Exit mobile version