Οι γνωστοί σου Άσοι

Ωραίος, μάγκας και Παναθηναϊκός!

Ωραίος, μάγκας και Παναθηναϊκός!

Γοήτευσε όσο ελάχιστοι, μάγεψε, ρίσκαρε, προκάλεσε, αγάπησε με πάθος και έχασε μόνο μία μάχη στη ζωή του. Αυτή με την ίδια τη ζωή. Ήθελε να φύγει όρθιος. Κανείς δεν τον θυμάται να λυγίζει. Χωρίς έκτακτα δελτία, ιατρικά ανακοινωθέντα και παράθυρα.

Της Κατερίνας Μπαλκούρα στο rebuke.gr

Kάποιοι άνθρωποι  σε κάνουν να ξεχωρίζεις τους άντρες από τα αγοράκια. Αυτό ακριβώς ήταν ο Νίκος Κούρκουλος, που έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα το 2007. Το απόλυτο αρσενικό. Με μπέσα και μαγκιά. Δεν ξέρω αν μεταφράζονται αυτές οι λέξεις σε άλλες γλώσσες. Μεγάλος μάγκας. Είτε σαν Αστραπόγιαννος, σαν Οδυσσέας Χορμόβας, σαν ‘Αρης.  Είτε όταν έδινε ρέστα στο Μπρόντγουέι στα 32 του με τη Μελίνα στο Ίλια Ντάρλινγκ ή στην Όπερα της Πεντάρας που απέσπασε διθυραμβικές κριτικές. Τι να πρωτοπεί κανείς γι αυτό τον άνθρωπο;

Γοήτευσε όσο ελάχιστοι, μάγεψε, ρίσκαρε, προκάλεσε, αγάπησε με πάθος και έχασε μόνο μία μάχη στη ζωή του. Αυτή με την ίδια τη ζωή. Ήθελε να φύγει όρθιος. Κανείς δεν τον θυμάται να λυγίζει. Χωρίς έκτακτα δελτία, ιατρικά ανακοινωθέντα, παράθυρα.  Ήταν ο άντρας ορόσημο, έντιμος, δίκαιος, σκληρός με το άδικο, εξαιρετικός φίλος, ακαταμάχητος  εραστής. Νίκος Κούρκουλος: η απόλυτη ενσάρκωση του όρου “αρσενικό”.

Πριν τη μοιραία συνάντηση με το ελληνικό θέατρο είχε μια άλλη κορυφαία συνάντηση. Εκείνη με το ελληνικό ποδόσφαιρο.  Ένας παθιασμένος Παναθηναϊκός που η ζωή τα φερε έτσι ώστε να φορέσει  τη φανέλα με το νούμερο 5  της αγαπημένης του ομάδας. Ξεκίνησε στον Παναθηναϊκό απ το μπάσκετ, πέρασε στην κολυμβητική ομάδα και κατέληξε τη διετία 1951-53  κεντρικός αμυντικός στην ποδοσφαιρική ομάδα του Παναθηναϊκού με προπονητή το Χάρι Γκεμ.  Μπορεί να τον κέρδισε το θέατρο, ο Παναθηναϊκός όμως ήταν πάντα στην καρδιά του. Ιδεολόγος φίλαθλος που όταν η ομάδα έπαιζε καλά ευχόταν να κερδίσει κι όταν δεν έπαιζε παρακαλούσε να χάσει για μάθει απ αυτή την ήττα και να πάει καλύτερα την επόμενη φορά.  Σε κρίσιμους αγώνες ήταν πάντα στις κερκίδες. Έφυγε νωρίς απ το ποδόσφαιρο αλλά ήξερε καλά τι υπάρχει πίσω απ το μύθο.” Όταν κάποιος δεν  έχει να δώσει άλλο τον πετάνε σα στυμμένη λεμονόκουπα”.

Ένας απ τους λόγους που σταμάτησε το ποδόσφαιρο ήταν ο Τάκης Λουκανίδης : “Σε μια προπόνηση πήγα να κόψω το Λουκανίδη αλλά με έκανε κουτό. Εκεί κατάλαβα ότι το ποδόσφαιρο δεν ήταν για μένα”.  Τον Τάκη ωστόσο τον θαύμαζε ιδιαίτερα. Σε συνέντευξή του είχε πει: “όταν ο Λουκανίδης έπαιζε στη Δόξα Δράμας έπαιζε μόνος του με τον Παναθηναϊκό και ο Παναθηναϊκός έχανε απ το Λουκανίδη”.

Ο Νίκος Κούρκουλος είχε το κοκαλάκι της νυχτερίδας που του άνοιγε τις πόρτες δίνοντάς του το αλάθητο κριτήριο να επιλέγει πρόσωπα και πράγματα. Η συνάντησή με το Μάνο Κατράκη σημάδεψε τη ζωή του και διαμόρφωσε την πορεία του αφού ήταν ο μέντορας που τον οδήγησε σωστά. Σημαντική παρουσία στη ζωή του ο δάσκαλός του στο Εθνικό Άγγελος Τερζάκης, που του έγραψε και την πρώτη εγκωμιαστική κριτική. Μια τυχαία γαστρορραγία του Α.Ζησιμάτου, πρωταγωνιστή στην Κυρία με τις Καμέλιες, ήταν η αφορμή να ανέβει στο σανίδι και να μην κατέβει ξανά ποτέ. Από κει άρχισε μια σπουδαία και αξιοζήλευτη πορεία στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Τελειομανής σε σημείο που και τα τελευταία λόγια του ήταν “χρειάζεται μια τελευταία πρόβα”.

Ό,τι κέρδισε στη ζωή δεν του χαρίστηκε. Το πάλεψε: “Όλοι οι άνθρωποι όταν παλεύουν με τη ζωή κάποια στιγμή καλούνται για να επιβιώσουν να πουλήσουν την ψυχή τους στο διάβολο. Αλλά αν πουλήσεις μια φορά την ψυχή σου στο διάβολο τη χάνεις για πάντα. Μπορεί να κερδίσεις χίλια άλλα τι να τα κάνεις όμως χωρίς ψυχή; ” “Είναι πολλά τα λεφτά Άρη”. Αλλά δεν αγοράζονται όλα και όλοι. Γι αυτό η επιτυχία και τα λεφτά δεν τον άγγιξαν.

Αυτός ήταν ο Νίκος, ο Νικόλας, ο αδερφός. Το κ. Κούρκουλε δεν του άρεσε. ‘Ενας υπέροχος άνθρωπος που αγάπησε  πολύ τις δυο γυναίκες της ζωής του. “Ο έρωτας είναι η μόνη κατάσταση που αρκείσαι στο να δίνεις από τον εαυτό σου χωρίς να σκέφτεσαι να πάρεις τίποτα”. Και εκεί είναι η λεπτή γραμμή που χωρίζει τον έρωτα απ τα πάθη.

Ο μεγαλύτερος ρόλος της ζωής του ο ρόλος του ως διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου. Πόσοι δεν ήθελαν την καρέκλα του, πόσοι δε ζήλευαν τη ζωή του. Θυμούνται τα δάκρυα στα μάτια του κάθε φορά που κατέβαινε στο βεστιάριο βλέποντας τα κοστούμια εκατοντάδων ρόλων τόσων άξιων ηθοποιών. Ναι το απόλυτο αρσενικό έκλαιγε με αληθινά δάκρυα.

Ποτέ δεν ξέχασε από που ξεκίνησε και ποιοι τον βοήθησαν. Εκεί φαίνεται η λεβεντιά, εκεί ξεχωρίζει η προσωπικότητα. Μπήκε στα μεγάλα σαλόνια με ψηλά το κεφάλι χωρίς ποτέ να χάσει το Νίκο. Ασυμβίβαστος, με  αρχοντική φυσιογνωμία, ειλικρινής, χωρίς μεγάλα λόγια και φανφάρες.

Θα τον θυμόμαστε σε δυο στροφές ενός ζειμπέκικου. Θέλει μαγκιά το ζειμπέκικο. Ήταν η χαρτογράφηση του εαυτού του. Πλήρης κατάθεση λεβεντιάς, πόνου, έρωτα, περηφάνιας και συντριβής. Καίει όλα του τα υπάρχοντα και την παλιά του ζωή έτοιμος να ξεκινήσει ξανά απ το μηδέν.  Με τη λεβεντιά και το βηματισμό του σίγουρου, τη χάρη και την παλικαριά του γνήσιου Έλληνα.

Exit mobile version