Βλέποντας τους «γκαλάκτικος» των 11 διαφορετικών εθνικοτήτων («ελληνοποίηση» πάνω απ’ όλα, χαχαχαχα) να προσφέρουν για νιοστή φορά στιγμές γέλιου βάλαμε στο νου μας πόσο έχει αδικήσει η εγχώρια αθλητικογραφία τον Γιάννη Αναστασίου. Ο καημένος ο «Ολλανδός» έχοντας πέρσι εφήβους και «ξεχασμένους» ξένους στην δούλεψή του είδε να τον αμφισβητούν πριν καν φύγει ο Σεπτέμβρης (τότε που γραφόταν ότι ο Δώνης ετοιμαζόταν να πιάσει Κορωπί). Λαμβάνοντας υπόψη τι έχει πετύχει με ανύπαρκτο μπάτζετ κι όλο το σύστημα κόντρα, είναι δύσκολο να μην τον παραδεχτείς.
Π.χ έλεγε τις προάλλες το σεβάσμιο γεροντάκι του λιμανιού πόσο εύκολα θα πάρει ο ΟΣΦΠ πρωτάθλημα ακόμα κι αν χρησιμοποιήσει τα… τρίτα! Προφανώς όταν ο παράγοντας πετούσε αυτή τη μπούρδα σκεφτόταν όλους τους ποδοσφαιριστές του «αιώνιου» στο απόγειο της φόρμας τους να σαρώνουν τους πάντες. Μόνο που το τελευταίο δεν προκύπτει από το πάτημα ενός κουμπιού, ούτε οι νίκες που έρχονται με διαιτητικό σπρώξιμο μπορούν να μετατρέψουν μέτριους σε αστέρια, όσο κι αν τους προμοτάρει ο Τύπος!
Το ρόστερ δεν λέει τίποτα από μόνο του αν δεν υπάρχει τρόπος πλήρους αξιοποίησής του, το μάθημα το εμπεδώσαμε άριστα πέρσι όταν ένα σωρό average (και καλά) ποδοσφαιριστές του Παναθηναϊκού πήραν κύπελλο, έκαναν πλάκα στους παραδοσιακούς αντιπάλους, έχασαν στις λεπτομέρειες την πρόκριση στα πλέι -οφ του Τσάμπιονς Λιγκ και πέρασαν «αέρα» στους ομίλους του Γιουρόπα Λιγκ..
Που το πάμε; Ο Μίτσελ μπορεί να είναι συμπαθής ακόμα και σ’ «εχθρούς», μπορεί ν’ αποτελεί τεράστια προσωπικότητα του παγκοσμίου ποδοσφαίρου αλλά προπονητικά περισσότερο διαχειριστής μας κάνει παρά κόουτς. Στο κάτω-κάτω έτσι όπως δομήθηκε το ποδόσφαιρο μας από το 1997 δεν χρειάζεται προπονητής στον πάγκο για να πάρει ο ΟΣΦΠ τίτλο, το κατάφεραν αμέτρητοι «άγραφοι» πριν από αυτόν, από Σεγκούρα και Λεμονή, μέχρι Μαντζουράκη και Προτάσοφ. Η τύχη κι η φόρμα κάποιων μονάδων (Ρομπέρτο, Μήτρογλου, ο «διαβολάκος» Μαζουάκου κι ο πολυθεσίτης Κασάμι) βοήθησαν τον Μίτσελ να σημειώσει νίκες (Αντερλεχτ, Μπενφίκα, Ατλέτικο Μαδρίτης) που βάρυναν το βιογραφικό του κι έφεραν τον «αιώνιο» σε πρώτο πλάνο στην Ευρώπη. Από κει και πέρα συγκρίνοντας την δουλειά του μ’ εκείνη του Αναστασίου, ο παλαίμαχος σταρ της Ρεάλ μόνο ο σύγχρονος Προφήτης της προπονητικής δεν είναι.
Πολύ βελτιωμένος ήταν πέρσι ο Μήτρογλου (για χάρη του ο Ισπανός «σούταρε» κοτζάμ Τζιμπούρ), κάμποσα καλά ματς έκανε ο Κάμπελ, μονιμοποιήθηκε στο βασικό σχήμα ο ταχυδυναμικός Μανωλάς, ενώ κι ο Ρομπέρτο πήγε σούπερ αν κι η θέση του γκολκίπερ είναι ιδιαίτερη, η βελτίωση δεν έρχεται τόσο μέσα από τεχνικές νόρμες όσο ατομική διάθεση να «λιώσεις» στην προπόνηση με τον γυμναστή σου. Ο Ολυμπιακός έκανε ντεμαράζ υποφερτών αγώνων μέχρι τον Δεκέμβρη (με την διαιτησία πάντα αρωγό όποτε χρειάστηκε) κι αφού εξασφάλισε τον τίτλο -με μοναδική αναλαμπή το 2-0 επί της Μάντσεστερ –«έκατσε».
Φέτος έχοντας πρόβλημα χημείας μετά από τόσες προσθαφαιρέσεις στις μεταγραφές και την διαιτησία να τον παίζει ΜΟΝΟ 70-30 υπέρ (αντί 90-10), οι προβληματικές εμφανίσεις με Ατρόμητο, Παναιτωλικό, Μάλμε έχουν ήδη τσιτώσει τον πύρινο κόσμο. Όσο κι αν σκούζουν οι επαγγελματίες βοσκοί να πείσουν το ποίμνιο πως όλα βαίνουν καλώς ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ να βλέπεις Ομάρ, Αυλωνίτηδες, Μεγιέριδες, Τζιμάκους γηγενείς και ξένους, Μποτίες, Αμπιντάλ (με κάθε σεβασμό σ’ ένα παιδί που ήταν ενεργό μέλος της καλύτερης ομάδας που είδαν ποτέ τα μάτια μας κι αντιμετώπισε με απίστευτο θάρρος την άτιμη αρρώστια) και να κομπάζεις πως έχει τρεις ενδεκάδες που «φυσάνε»!
Η ερυθρόλευκη υπεροχή των τελευταίων ετών δεν είναι τόσο προϊόν γηπεδικής ανισότητας (γιατί στα «άλλα», Μαρινάκης και συνεργάτες κάνουν πλάκα ότι ώρα γουστάρουν), αλλά αδυναμίας των υπολοίπων μεγάλων δυνάμεων να βρουν λεφτά, ν’ αγοράσουν σταρ, να συσπειρώσουν τον κόσμο τους, να βρουν λύση στο γηπεδικό που τους ταλανίζει από τον περασμένο… αιώνα! Σκεπτόμενοι όλα τα παραπάνω, αλλά και πόσοι φερέλπιδες παίκτες «θάφτηκαν» στο λιμάνι (Φετφατζίδης, Βλαχοδήμος, Τάτος, παιδιά που άνετα θα διεκδικούσαν θέση βασικού στον Παναθηναϊκό) αναρωτιόμαστε τι θα μπορούσε να πετύχει πέρσι ο Αναστασίου έχοντας όλα τα προβλήματα λυμένα, δίχως να είναι αναγκασμένος να μετρά και το ευρώ σκεπτόμενος την μεταγραφική ενίσχυση.