Όσοι βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο σε μια ευρωπαϊκή σεζόν μεταβατική για το σύλλογο θα σταθούν στο «απελευθερωμένο», θελκτικό ποδόσφαιρο που απέδωσε η ομάδα κόντρα σε καλύτερα σύνολα (Ντιναμό, PSV), έχοντας πολλούς παίκτες άμαθους σε τέτοιο επίπεδο αναμετρήσεων.
Καλοκαίρι του 2013 ο Παναθηναϊκός έπρεπε να κάνει οικονομίες για να εξοφλήσει χρέη προς τρίτους. Πούλησε τους πιο φερέλπιδες ποδοσφαιριστές του, πήγε σε συντηρητική πολιτική μεταγραφών γεμίζοντας το ρόστερ του με παιδιά- «στοιχήματα» κι εν τέλει παρουσίασε σύνολο «να το πιεις στο ποτήρι» που έπαιξε τελικό κυπέλλου, πήρε κούπα, σάρωσε τους παραδοσιακούς αντιπάλους, πράγματα που ρόστερ με υψηλότατο μ.ο κλάσης και πολλαπλάσιο μπάτζετ ούτε καν άγγιξαν!
Βλέπαμε τους πιτσιρικάδες του Αναστασίου να βάζουν δύσκολα στα «διαβολάκια» του Κοκού κι όλα αυτά με τους έμπειρους (Πέτριτς, Πράνιτς, Μπεργκ) εξαφανισμένους, αδύναμους ν΄ ακολουθήσουν γρήγορους ρυθμούς ή στον πάγκο για να μην αναφέρουμε ότι 90 λεπτά βγήκαν χωρίς να υπάρχει «εξάρι» στο γήπεδο (κακό ματς ο Λαγός, soft γι αυτή τη θέση ο Δώνης). Περιμέναμε σε αναμετρήσεις που η εξέλιξη τους ευνόησε τους «πράσινους» (με την Σταντάρ στο 1-0, κόντρα στους Ολλανδούς που προηγηθήκαμε) οι τελευταίοι να προσέξουν τα νώτα τους, κάτι τέτοιο δεν συνέβη (ο Αναστασίου κατηγορήθηκε γι αυτό).
Ο «Ολλανδός» επαναλαμβάνει ότι του αρέσουν οι αντίπαλοι που αφήνουν την ομάδα του να παίξει ποδόσφαιρο, μόνο που αυτό θα το αντιμετωπίζει μόνο στην Ευρώπη και τα ντέρμπι, όχι τυχαία ο βαθμός που πήρε το τριφύλλι σ’ όλα τα μεγάλα παιχνίδια ήταν θετικός. Ο Παναθηναϊκός- σε σχέση με τα «σκληρόπετσα» σύνολα που κοίταζαν στα μάτια από τη Γιούβε του Ζιντάν, τη Μπάρτσα του Ριβάλντο, μέχρι την Πόρτο του Μουρίνιο και την Άρσεναλ των σπρίντερ- είναι ασταθής, αφελής, χαμηλής κλάσης, αλλά και πιτσιρίκος στην ψυχή. Άρα ενθουσιώδης, επιθετικός, θεαματικός, όποτε οι συγκυρίες το επιτρέπουν.
Ο κόσμος διέκρινε καλά στοιχεία χθες (παρά την δυσκολοχώνευτη ήττα) και χειροκρότησε. Έχει σημασία αυτό γιατί θυμόμαστε περιπτώσεις αγώνων που το τριφύλλι διεκδικούσε πρόκριση (χωρίς να έχει αποκλειστεί από την 4η αγωνιστική) και παρόλα αυτά το μπινελίκι έπεφτε σύννεφο στο σφύριγμα της λήξης, πρόχειρα μας έρχεται στο νου το 1-3 από τα τρίτα της Άρσεναλ, χειμώνα του 1998 ή η ήττα από τη Στουρμ του Ίβιτσα Όσιμ, στο κύκνειο άσμα του Αγγελου Αναστασιάδη.
Ο Αναστασίου στη πρώτη σεζόν «μάθησης» των πιτσιρικάδων του σ’ ευρωπαϊκό επίπεδο ποτέ δεν έδειξε σπουδή ν’ αντιγράψει τακτικές που παλιότερα έφεραν τεράστιες διακρίσεις. Ξεχάσαμε τις πεντάδες πίσω και τα τρία αμυντικά χαφ που ειδικά επί Τεν Κάτε δεν άλλαζαν για κανένα λόγο. Ο κόουτς δημιουργεί από πέρσι κάτι ολοκαίνουργιο που έχει μεν «ταπεινά» υλικά, αλλά συγκεντρώνει την προσοχή φίλων, εχθρών κι ουδέτερων.
Οι απέναντι θα κάνουν καιρό να ξεπεράσουν το τρίμπαλο, ο Σαββίδης λειτουργεί πια με βάση τα περσινά πράσινα πρότυπα (προπονητής-αφεντικό στον πάγκο, ευκαιρίες στους μικρούς, στοχευμένες μεταγραφές), στην «Ώρα για Σπορ» πολλές φορές έχουμε διαβάσει την ανάγκη να παραδειγματιστούν οι ιθύνοντες της «Ένωσης» στο πως στήνονται αξιόμαχα σύνολα ακόμα και με οικονομικές δυσκολίες.
Το περιβάλλον του Κορωπίου θεωρείται ιδανικό για πρόοδο ή restart κι ας μην έχει το τριφύλλι δυνατό οικονομικά παράγοντα να το στηρίξει, όπως συμβαίνει με ΟΣΦΠ, ΑΕΚ, ΠΑΟΚ. Ο Μπεργκ αναγεννήθηκε, ο Μέντες ανακάλυψε νέα πατρίδα, ο Ντίνας, ο Καρέλης, ο Βίκτωρας, ο Ρισβάνης, ο Δώνης, ο «Τριάντα», ο Ατζαγκούν «μεγαλώνουν».
Μήνες μονάχα απ’ το πιο δύσκολο ξεκίνημα του Παναθηναϊκού ever (πέρσι πολλοί προεξοφλούσαν υποβιβασμό!!!) φτάσαμε να χαλιόμαστε γιατί δεν πήραμε «Χ» από τους Μοσχοβίτες ή πως γλίτωσαν την ήττα οι πρωτοπόροι της Eredivisie. Το λες και (τηρουμένων των αναλογιών) πρόοδο. Του χρόνου σοφότεροι, λοιπόν.