Δημήτρης Στρατής

Πολιτιστική επανάσταση

Πολιτιστική επανάσταση

Ο Διαμαντίδης μας «ανάγκασε» να ψαχτούμε περισσότερο στο μπάσκετ για να κατανοήσουμε την διαφορετικότητά του. Γράφει ο Δημήτρης Στρατής.

Χρωστούσαμε ένα κείμενο για τον Δημήτρη Διαμαντίδη παίρνοντας αφορμή απ’ τη «γεμάτη» εμφάνισή του κόντρα στον Ερυθρό Αστέρα. Από το 2011 (όταν αποτέλεσε το απόλυτο όπλο του Ομπράντοβιτς στο δρόμο για την ραφή του 6ου αστεριού) δεν υπάρχει αγώνας στον οποίο ο Καστοριανός να έχει πρωταγωνιστήσει και να μην ανασύρεται η κουβέντα σύγκρισής του με το Νίκο Γκάλη.

Θέμα ταμπού για τον «3-D» ο οποίος είναι ταπεινός και τέτοιες τοποθετήσεις τον κάνουν να αισθάνεται ιδιαίτερα άβολα. Για ένα παιδί που συχνά επαναλαμβάνει πως δεν είχε θέση στο μαγικό κόσμο του ΝΒΑ (όπου, μεταξύ άλλων, έχουν βγάλει ένα σκασμό λεφτά παικτάκια τύπου Μάρκο Γιάριτς), η προσπάθεια εξίσωσής του με τον ΘΕΟ του αθλήματος αρκεί για να τον πιάσουν λιποθυμικές τάσεις.

Οι δυο τους ανήκουν σε διαφορετικές εποχές του σπορ, ο «γκάνγκστερ» ήταν ο τοπ στο μπάσκετ των 30 δευτερολέπτων που βασιζόταν στο ένστικτο και τον αυτοσχεδιασμό, τον καιρό που το παν ήταν η επίθεση κι οι παίκτες δεν περνούσαν τόση ώρα στα γυμναστήρια όπως σήμερα. Ο Διαμαντίδης ξεχώρισε όταν το μπάσκετ άλλαξε, πήγε στη δύναμη, την ταχύτητα, έγινε πιο σύνθετο!

Τα κατορθώματα του Γκάλη έβαλαν τον κόσμο στο τρυπάκι μύησης της καλαθόσφαιρας, μετά το έπος του 1987 ένας λαός ξεχύθηκε στα ανοιχτά γήπεδα συνεπαρμένος από την κλάση των «Big 4» (Γκάλης, Γιαννάκης, Φάνης, Φασούλας) τα μεγάλα ευρωπαϊκά παιχνίδια του Άρη και την φωνή του Φίλιππου Συρίγου.

Επί Διαμαντίδη η κατήχηση έγινε εξειδικευμένη, ο Έλληνας εκτός από τον σκόρερ-σόουμαν  εκτίμησε τον παίκτη που θα δώσει έτοιμο καλάθι στον συμπαίκτη, θα ματώσει για τα ριμπάουντ, θα κλέψει, θα δώσει βοήθειες στην άμυνα, θα πηδήξει να μπλοκάρει παίκτες πιο σωματώδεις και γυμνασμένους. Παρακολουθήσαμε με διαφορετικό μάτι τις τακτικές, διαβάσαμε από τους μυημένους ρεπόρτερ τα πάντα αναφορικά με τα νέα συστήματα, χώρια που ο Καστοριανός έγινε ο ΠΡΩΤΟΣ αθλητής της χώρας που έκανε την άμυνα συνώνυμο της ΜΑΓΚΙΑΣ.

Δεκαετίες ολόκληρες όποιος φύλαγε τα νώτα του σ’ οποιοδήποτε σκορ θεωρούνταν αποκρουστικός, μίζερος, ανάξιος να σπαταλήσεις δύο ώρες από τη ζωή σου για να τον χαζέψεις! Οι «μποντιμπιλντεράδες» του Μπόζινταρ Μάλκοβιτς στο Λιμόζ θεωρούνταν «κατάρα»! Στο ΝΒΑ τα «Μad boys» του Τσακ Ντέιλι στο Ντιτρόιτ έδερναν ασύστολα αλλά ταυτόχρονα φορούσαν δαχτυλίδια πρωταθλητών. Στην Αγγλία σκαρώθηκε τραγουδάκι για να πικαριστούν οι παίκτες της Άρσεναλ κι οι αμυντικογενείς τακτικές του Τζορτζ Γκρέιαμ («boring-boring Arsenal») την δεκαετία του 1990. Ο Παναθηναϊκός έπαιζε… τσούκου-τσούκου μπολ επί Αναστασιάδη, Μαρκαριάν, Κυράστα, σύστημα που τελειοποίησε ο Ρεχάγκελ βγάζοντας την εθνική πρωταθλήτρια Ευρώπης.

Η άμυνα εκεί που θεωρούνταν ο έσχατος τρόπος επιβίωσης στο Μαρούσι τελειοποιήθηκε από τον μάστορα Ομπράντοβιτς και την… προέκταση του στο παρκέ. Αν δεν είναι αυτό πολιτιστική επανάσταση, τότε…

Exit mobile version