Όταν είσαι παιδί έχεις την τάση να πλάθεις μικρούς ήρωες. Ηρωες από την καθημερινότητά σου. Ο πατέρας σου, που για σένα είναι ο «super μπαμπάς» που τα γνωρίζει και τα κάνει όλα. Η μητέρα σου, η οποία καταφέρνει πάντα στην ώρα της να σε διαβάζει, να σου μαγειρεύει και να σου έχει έτοιμο το πρωινό και την τσάντα σου για το σχολείο. Ο αγαπημένος σου ποδοσφαιριστής ή μπασκετμπολίστας που αμέσως γίνεται αφίσα στο δωμάτιό σου και μ’ αυτόν δημιουργείται ένα μεγάλο «δέσιμο», μια ισχυρή «σχέση», λες και τον γνωρίζεις προσωπικά!
Κάπως έτσι πέρασα κι εγώ με τον κατά 1, 5 χρόνο μικρότερο αδερφό μου, τον Χάρη (super μπαμπάς πια) τα παιδικά μου χρόνια. «Πλάθοντας» ήρωες εντός κι εκτός σπιτιού. Ο Χάρης μπασκετμπολίστες, γεμίζοντας το δικό του δωμάτιο με αφίσες και… χαρτάκια από πράσινους αστέρες του παρελθόντος (Γκάλης, Ντομινίκ, Στόγιαν κλπ) κι εγώ ποδοσφαιριστές. Λίγους, όμως. Ποτέ δεν είχα την τάση να «κρεμάω» στους τοίχους του δωματίου μου πολλούς. Δημήτρης Σαραβάκος, Κριστόφ Βαζέχα και πολύ, πολύ, πολύ αργότερα, Πάουλο Σόουζα, ήταν αρκετοί. Οι δυο πρώτοι ήταν οι δικοί μου ποδοσφαιρικοί – Παναθηναϊκοί ήρωες των παιδικών μου χρόνων. Ο τελευταίος, μια καψούρα της εφηβείας.
Όταν, φυσικά, μεγαλώνεις και τα χρόνια περνούν, ξεκρεμάς και τις αφίσες από το δωμάτιο σου, σταματάς να δημιουργείς στο μυαλό σου και τη φαντασία σου ήρωες, απομυθοποιείς πρόσωπα και καταστάσεις και γίνεσαι ένας άλλος. Εισαι πια ώριμος. Βλέπεις, τώρα πια αυτός που ήταν «super μπαμπάς» είναι στην ηλικία σου. Ο ποδοσφαιριστής ή ο μπασκετπολίστας, συνομήλικος ή και μικρότερός σου. Ολο αυτό το… φαντασιακό- γοητευτικό και πολύ όμορφο- φθείρεται και σιγά – σιγά εξαφανίζεται. Ο ρεαλισμός παίρνει τη θέση του μαγικού. No more heroes…
Φτάνουμε στο σήμερα. Κανένας ποδοσφαιριστής δεν μπορεί πια να μπει στο μυαλό μου, όπως εκείνοι οι σπουδαίοι άσοι του παρελθόντος, όταν ήμουν παιδί. Τους λόγους τους εξηγήσαμε. Διαβάζοντας, όμως, τη σημερινή συνέντευξη του Σεμπάστιαν Λέτο στην εφημερίδα «Πράσινη» και τους συναδέλφους, Τάσο Νικολογιάννη, Ηλία Λαλιώτη, Λευτέρη Μπακολιά και Χρήστο Γιαννούλη, ίσως να κάνω μια εξαίρεση.
Αυτός, ναι! Είναι ο ποδοσφαιριστής που μας γυρίζει στα παιδικά μας χρόνια και μας ανάβει ξανά τη φλόγα. Μας δημιουργεί πάλι την καψούρα για έναν παίκτη, όμοια μ’ αυτή που είχαμε στην παιδική μας ηλικία.
Ο Αργεντινός είναι ξεχωριστός. Είναι ο ποδοσφαιριστής για τον οποίο θα πληρώσεις εισιτήριο για να πας να τον δεις στο γήπεδο. Για να δεις τις ντρίμπλες του, τις μπαλιές του, τα γκολ του, τους πανηγυρισμούς του, ακόμη και τους «τσακωμούς» του. Είναι αυτός που δεν θα πει τα τετριμμένα στον κόσμο. Που δεν θα κρυφτεί, που δεν θα μασήσει τα λόγια του, που δεν θα ντραπεί να εκφράσει δημοσίως την απίστευτη χαρά που πήρε όταν έμαθε ότι τον θέλει ο Παναθηναϊκός. Και είναι αυτός που θα παλέψει μέσα στο γήπεδο, σχεδόν όσο κανείς. Θα σκυλιάσει, θα ματώσει και για την ομάδα του και για τον ίδιο, με σκοπό να ξαναγίνει αυτός που ήταν.
Είναι σπάνιο αυτό το συναίσθημα που μας δημιουργεί ο Σεμπάστιαν Λέτο. Και μόνο το γεγονός ότι ένας και μόνο ποδοσφαιριστής είναι το κίνητρο για να πας την Κυριακή στις εξέδρες του «Απόστολος Νικολαϊδης», το μαρτυρά. Εγώ, απλώς, θέλω να τον ευχαριστήσω που με έκανε να νιώσω ξανά παιδί. Κι όταν τον βλέπω στα αποδυτήρια και είμαι έτοιμος να του ζητήσω δηλώσεις, να νομίζω ότι περιμένω στην ουρά για ένα αυτόγραφο. Όπως παλιά…
Υ.Γ: Η παρακάτω φωτογραφία είναι από τότε που ο Λέτο ήταν στα 23 του κι εγώ στα 25 μου. Πάνε 7 χρόνια. Από την προετοιμασία του Παναθηναϊκού το 2009 στο Κίτζμπιελ της Αυστρίας. Ακολούθησε το νταμπλ…