Αν μη τι άλλο, ο Νάντο Τζεντίλε έζησε μία καθ’ όλα επιτυχημένη μπασκετική «ζωή», διανθίζοντας την με πλήθος τίτλων εντός και εκτός Ιταλίας. Σε μία καριέρα που διήρκεσε περίπου 23 χρόνια, ευτύχησε να δει τον εαυτό του πάμπολλες φορές στην κορυφή κερδίζοντας επάξια την προσφώνηση του «θρύλου» από τους συμπατριώτες του.
Το επίθετο «Τζεντίλε» δεν σταμάτησε να απασχολεί τον «μικρόκοσμο» της γείτονος χώρας, ούτε μετά την απόσυρσή του Νάντο από την ενεργό δράση. Το «μικρόβιο» της πορτοκαλί μπάλας είχε ήδη μεταδοθεί στα δύο τέκνα του, τα οποία απέκτησε την περίοδο που ξεκινούσε το «μεσουράνημά» του στα παρκέ της Ευρώπης. Ο Στέφανο και ο Αλεσάντρο επέλεξαν να ακολουθήσουν τα «χνάρια» του πατέρα τους, σε μία εκ των προτέρων δύσκολη αποστολή.
Ο πρωτότοκος Στέφανο (1989) δεν κατάφερε ποτέ να κάνει το «μπαμ» (όσο κι αν προσπάθησε) βγάζοντας το «ψωμί» του στην Ιταλία ως πλέι-μέικερ. Αντίθετα, ο μικρότερος αδελφός του, Αλεσάντρο (1992) φρόντισε να απασχολήσει από νεαρή ηλικία τους γείτονες από την καλή (ταλέντο) αλλά και την κακή πλευρά (εγωΐσμός).
Άθελά του, ο Νάντο «επέλεξε» να δώσει τις… ευλογίες του στον δευτερότοκο γιο του αφήνοντάς τον να αγγίξει το «ιερό δισκοπότηρο» του ευρωπαϊκού μπάσκετ, το τρόπαιο της Ευρωλίγκας που κέρδισε με τη φανέλα του Παναθηναϊκού το μακρινό 2000 στη Θεσσαλονίκη.
Ο, μόλις οκτώ ετών τότε, Αλεσάντρο λάμβανε εκείνη τη νύχτα ταυτοχρόνως την «ευχή» και την «κατάρα» του πατέρa του. Ευχή, καθώς είχε την δυνατότητα να ποζάρει μαζί με ένα τρόπαιο που η συντριπτική πλειοψηφία των φίλων του πατέρα του, αλλά και αρκετών συναδέλφων του ίδιου αργότερα, θα το έβλεπαν μόνο στα όνειρά τους.
Κατάρα, διότι αυτόματα, μία ανάμνηση σαν αυτή σε συνδυασμό με όλα όσα συνέβησαν στο μέλλον, δημιούργησαν στο παιδικό μυαλό του Σάντρο την εικόνα του «ξεχωριστού», την οποία επιβεβαίωσε από την καλή και από την ανάποδη πλευρά αρκετά χρόνια αργότερα…
Τα πρώτα του βήματα…
Ο Αλεσάντρο οριοθέτησε την μπασκετική του «κληρονομιά» στις ακαδημίες της Μπενετόν Τρεβίζο (2007), εκεί όπου έμαθε τα βασικά του αθλήματος. Το δυνατό «σκαρί» του (2.01μ) αλλά και η αντίληψή του δεν άργησαν να τον συστήσουν στο ευρύ κοινό ως ένα πολύ δυνατό «χαρτί» του ιταλικού μπάσκετ, το οποίο έψαχνε εναγωνίως την αναγέννησή του, βασιζόμενο στη «σειρά» του Σάντρο (Νικολό Μέλλι και Τσέρβι) αλλά και την προγενέστερή της (Γκαλινάρι, Αραντόρι).
Οι προσδοκίες που υπήρχαν για εκείνον έδειχναν πως όδευαν στον δρόμο της επιβεβαίωσης, όταν στην πρώτη του επαγγελματική σεζόν με τη φανέλα της πάλαι ποτέ κραταιάς Μπενετόν (2009) αναδείχθηκε ως ο καλύτερος νεαρός παίκτης του πρωταθλήματος έχοντας 3.4 πόντους και 1.2 ριμπάουντ μ.ο στα 24 παιχνίδια που αγωνίστηκε.
Η πρώτη «παγωμάρα» αναφορικά με τον χαρακτήρα του ήρθε το 2011, όταν, έχοντας ήδη συμπληρώσει δύο χρόνια στο Τρεβίζο, αποφάσισε να «ανοίξει» τα «φτερά» του, μετακομίζοντας στο Μιλάνο, λίγους μήνες αφότου είχε βάλει την υπογραφή του στην τριετή επέκταση του συμβολαίου του με την Μπενετόν.
Η προοπτική της ομάδας του Αρμάνι φάνταζε ως η τέλεια κίνηση για τον Τζεντίλε, ο οποίος θα γινόταν μέλος της νέας δύναμης του ιταλικού μπάσκετ η οποία φιλοδοξούσε να επιστρέψει στην κορυφή, την ώρα που η Σιένα είχε ήδη αρχίσει να δείχνει τα πρώτα σημάδια φθοράς.
Ο Αλεσάντρο του Μιλάνου
Ο Τζεντίλε άφηνε πίσω του το Τρεβίζο σε ηλικία 19 ετών, έχοντας προλάβει να δείξει τα πρώτα δείγματα του ταλέντου του εκτός συνόρων, κρεμώντας στο στήθος του το ασημένιο μετάλλιο με την Εθνική Ιταλίας U20 στο Ευρωμπάσκετ του Μπιλμπάο. Η διάκριση αυτή, σε συνδυασμό με την εκπληκτική σεζόν που πραγματοποίησε δύο χρόνια αργότερα (2013-14) ήσαν ικανές για να «ψηλώσουν» το «μπόι» του στον μπασκετικό κόσμο.
Για κάποιους, το δεύτερο μεγάλο «ξεπέταγμα» του Αλεσάντρο εκείνη την χρονιά ήταν η τρανή απόδειξη πως ο ίδιος είναι ικανός να μεγαλουργήσει, ίσως και να ξεπεράσει τα κατορθώματα του πατέρα του.
Στα 21 του, ο Ιταλός γκαρντ/φόργουορντ είχε στεφθεί πρωταθλητής Ιταλίας όντας μάλιστα MVP της σειράς των τελικών, κερδίζοντας επίσης για δεύτερη φορά τον τίτλο του καλύτερου νέου παίκτη. Σε ίδια επίπεδα κινήθηκε και η παρουσία του στην Ευρωλίγκα, όπου μέτρησε 11.4 πόντους, 2.4 ριμπάουντ και 2.3 ασίστ μ.ο σε 21 παιχνίδια.
Έχοντας δείξει ήδη ένα δείγμα του ταλέντου του αλλά και της υπέρμετρης φιλοδοξίας του, ο Αλεσάντρο δοκίμασε την τύχη του στο draft εκείνης της χρονιάς (2014), έχοντας ως «εχέγγυο» το δεδομένο ενδιαφέρον ορισμένων συλλόγων του ΝΒΑ, οι οποίοι παρακολουθούσαν την εξέλιξή του στενά. Βέβαια, το γεγονός πως αποτέλεσε την 53η επιλογή (από τους Τίμπεργουλβς οι οποίοι τον αντάλλαξαν άμεσα με τους Ρόκετς) την ημέρα του draft, τον προσγείωσαν άμεσα στην πραγματικότητα…
Tο καλοκαίρι του 2014, ο Αλεσάντρο Τζεντίλε ολοκλήρωσε την «μεταμόρφωσή» του από την ιδιότητα του ταλέντου σε αυτήν του… Μεγάλου Αλεξάνδρου. Οι εμφανίσεις του την προηγούμενη σεζόν, η απόπειρά του να εισέλθει στον «μαγικό κόσμο» του ΝΒΑ, αλλά και το δεδηλωμένο ενδιαφέρον της ΤΣΣΚΑ Μόσχας του Δημήτρη Ιτούδη για την απόκτησή του, αποτέλεσαν το ισχυρό διαπραγματευτικό όπλο του.
Το τετραετές συμβόλαιο που είχε υπογράψει το 2011 έληγε την επόμενη σεζόν και στην Αρμάνι έβαλαν βαθιά το χέρι στην «τσέπη», χρυσώνοντας τον νεαρό Αλεσάντρο κατά ένα πολύ μεγάλο ποσοστό. Το ύψος του συμβολαίου που του προσφέρθηκε, «κέρδισε» στο «νήμα την ΤΣΣΚΑ (η οποία εν τέλει στράφηκε στον Νάντο ντε Κολό) και μετέτρεψε τον νεαρό Τζεντίλε στον έναν και αδιαφιλονίκητο ηγέτη της ομάδας.
Το «σκήπτρο» του ηγέτη ωστόσο είχε αρχίσει να προετοιμάζεται από νωρίτερα για τον Τζεντίλε, ο οποίος υπογράφοντας το νέο του συμβόλαιο «κλείδωσε» την ηγεσία της ομάδας. Ο πρόεδρος του συλλόγου άλλωστε είχε προϊδεάσει (για άλλους κακομάθει) τον Αλεσάντρο, δίνοντας του από πολύ νωρίς την δυνατότητα να έχει λόγο εντός και εκτός παρκέ…
Η αντίστροφη μέτρηση
Όσοι ασχολούνται και καταγράφουν τα δεδομένα του ευρωπαϊκού μπάσκετ, έχουν αναφερθεί πολλές φορές στο διογκωμένο «εγώ» των Ιταλών, το οποίο ορίζουν ως αιτία για τις συνεχόμενες «σφαλιάρες» που έχουν δεχθεί τα τελευταία χρόνια σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο.
Ως βέρος Ιταλός, ο Τζεντίλε δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από τον γενικό κανόνα. Οι γνωρίζοντες στην γείτονα χώρα έχουν πει και έχουν γράψει κατά καιρούς πολλά για την συμπεριφορά του Αλεσάντρο εντός και εκτός αποδυτηρίων. Πολλά περιστατικά τα οποία έχουν δει το «φως» της δημοσιότητας φανερώνουν την αυταρέσκεια αλλά και την επίπλαστη αίσθηση της υπεροχής την οποία «έχτιζε» μέρα με τη μέρα ο νεαρός Αλεσάντρο, παραμερίζοντας πολλές φορές την πρώτη και βασική δουλειά του, το μπάσκετ.
Βέβαια, επειδή η αλήθεια πάντοτε βρίσκεται κάπου στη μέση, μεγάλο μερίδιο ευθύνης ανήκει στην διοίκηση της Αρμάνι, η οποία γνωρίζοντας την ροπή του Τζεντίλε προς τον «ναρκισσισμό», φρόντισε να τον ενισχύσει (αντί να τον προστατεύσει) προσφέροντας του «τον ουρανό με τ’ άστρα» σε χρηματικό επίπεδο ενώ παράλληλα του έδωσε μεγαλύτερη ελευθερία λόγου και κινήσεων ακόμη και σε «χωράφια» τα οποία δεν ήταν δουλειά του να «πατήσει».
Ο Τζεντίλε φρόντισε να αποδείξει με το «καλημέρα» στο διάβα των δύο επόμενων σεζόν. Ο ίδιος είχε περισσότερη ώρα την μπάλα στα χέρια του, έπαιζε περισσότερα λεπτά, έβαζε περισσότερους πόντους, ωστόσο όλα τα παραπάνω μόνο καλό δεν έκαναν στην ομάδα του, η οποία έφτασε να αποκλείεται απανωτά από την Ευρωλίγκα (πρώτη φάση) αλλά και το Eurocup της περασμένης σεζόν.
Αντίθετα με την περίπτωση του σχεδόν συνομήλικου του, Γιάννη Αντετοκούνμπο, ο οποίος αναδείχθηκε μεν ηγέτης αλλά δεν σταμάτησε να δουλεύει και να προχωρά με το κεφάλι «χαμηλά», ο Αλεσάντρο Τζεντίλε απέδειξε πως μπορεί να συντηρεί και να τροφοδοτεί τον εαυτό του, χωρίς ωστόσο να αφήνει περιθώρια στους συμπαίκτες του, οι οποίοι είχαν συχνά-πυκνά παράπονα από τον ίδιο.
Το «βάρος» της ηγεσίας μίας υπολογίσιμης δύναμης στο ιταλικό αλλά το ευρωπαϊκό μπάσκετ φαίνεται πως έκανε περισσότερο κακό παρά καλό στον ίδιο, «δυναμιτίζοντας» παράλληλα τις σχέσεις του με την νυν ομάδα του. Λίγες εβδομάδες μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος (2016), δήλωνε δημόσια πως επιθυμεί να φύγει από το Μιλάνο και το «γυαλί» ήταν φανερό πως άρχισε να ραγίζει για τα καλά…
Το καλοκαίρι πέρασε, αλλά ο Τζεντίλε παρέμεινε κάτοικος Μιλάνου, γεγονός που διόλου τον ευχαριστούσε. Μάλιστα, φρόντιζε να το δείχνει σε κάθε ευκαιρία, παριστάνοντας αρκετές φορές τον αδιάφορο εντός παρκέ. Ο προπονητής του, Γιασμίν Ρέπεσα, τον οποίο, σύμφωνα με τα όσα γράφουν οι Ιταλοί δεν ήθελε ούτε να τον βλέπει ο Τζεντίλε, αφαίρεσε το περιβραχιόνιο από εκείνον, σε μια απόφαση που πάρθηκε από κοινού με την διοίκηση προκειμένου να τον συνεφέρει.
Βλέποντας όμως πως δεν υπάρχει ουδεμία διάθεση μεταμέλειας από την πλευρά του παίκτη, η Αρμάνι αποφάσισε να τον κάνει στην «άκρη». Η διοίκηση της ομάδας του Μιλάνου του έβαλε ένα «στυγνό πωλητήριο» αδιαφορώντας πλήρως για το οικονομικό σκέλος, έχοντας προβεί σε νέα ανανέωση του συμβολαίου του λίγους μήνες νωρίτερα. Η ομάδα που τον στήριξε και τον… καλόμαθε όσο κανείς έβλεπε πως δεν πρόκειται να υπάρξει προκοπή με τον Τζεντίλε στις τάξεις της.
Σε αναζήτηση νέας «στέγης»
Στις 5 Δεκεμβρίου, η Ολίμπια Μιλάνο ενημέρωσε τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές ομάδες για την διαθεσιμότητα του Αλεσάντρο Τζεντίλε. Παρά την δεδομένη αξία του, η φήμη που συνόδευε τον Ιταλό γκαρντ/φόργουορντ αποτέλεσε ανασταλτικό παράγοντα ώστε να βρεθεί κάποιος υποψήφιος «μνηστήρας» για να τον εντάξει έστω για ένα εξάμηνο στο ρόστερ του.
Η ΤΣΣΚΑ που τον είχε προσεγγίσει προ διετίας αποφάσισε να μην επανέλθει, καμαρώνοντας για την επιλογή του Ντε Κολό, ο οποίος της έχει βγει «λίρα εκατό». Τα σενάρια που τον ήθελαν ως στόχο της Φενέρ διαψεύστηκαν δια στόματος Ζέλικο Ομπράντοβιτς, ο οποίος δήλωσε δημόσια ένα «ευχαριστούμε, δεν ενδιαφερόμαστε».
Η Μπαρτσελόνα ήρθε στο προσκήνιο και για κάποιο διάστημα φαινόταν ως το «μεγάλο φαβορί» για την απόκτησή του, αλλά συμφωνία δεν επετεύχθη ούτε εκεί. Ο Τζεντίλε παράλληλα προσπαθούσε δια μέσου του ατζέντη του να ανοίξει «γέφυρες» με το ΝΒΑ και τους Ρόκετς, αλλά δεν συνεχίστηκαν σε τυπική και σοβαρή βάση οι συζητήσεις…
Η παρέμβαση του Νάντο
Οι μέρες περνούσαν και ο άλλοτε περιζήτητος Αλεσάντρο έβλεπε τα περιθώρια να στενεύουν όσον αφορά την επιλογή του επόμενου σταθμού της καριέρας του.
Παρά το γεγονός πως αρκετές ομάδες που αγωνίζονται στην Ευρώλιγκα σκέφτηκαν το ενδεχόμενο προσέγγισής του, αναλογιζόμενες τις δυνατότητες του αλλά και τα μέχρι στιγμής πεπραγμένα του εντός παρκέ, «αποτραβήχτηκαν» άμεσα «ζυγίζοντας» την εξωγηπεδική του συμπεριφορά.
Όμως, η λύση την οποία αναζητούσε εναγωνίως ο Αλεσάντρο βρέθηκε δίνοντας τέλος στο «σίριαλ» που είχε στηθεί γύρω από την μεταγραφή του. Η λύση αυτή δεν δόθηκε από κάποιον ατζέντη, ούτε από τον ίδιο τον καλαθοσφαιριστή. Απεναντίας, ήρθε μετά από την παρέμβαση ενός ανθρώπου ο οποίος ξέρει όσο κανείς άλλος τα συν και τα πλην του 24χρονου.
Ο άνθρωπος ο οποίος τον έφερε στη ζωή και, όπως είπαμε στην αρχή, του έδωσε την «ευχή» και την «κατάρα» του την άνοιξη του 2000, τοποθετώντας τον δίπλα από το τρόπαιο του πρωταθλητή Ευρώπης έλαβε δράση…
Ο Νάντο Τζεντίλε παρατηρούσε αποστασιοποιημένα αλλά καθημερινά την πορεία του δευτερότοκου γιου του. Τον άφησε να αποδείξει ο ίδιος τι αξίζει και πως μπορεί να διαχειριστεί την «βαριά κληρονομιά» του επιθέτου που κουβαλάει. Όταν όμως είδε πως κινδυνεύει να παραστρατήσει εντελώς, θέτοντας σε κίνδυνο την ίδια του την καριέρα και εν τέλει την ευτυχία του, πήρε την κατάσταση στα χέρια του..
Ο πατήρ Τζεντίλε απευθύνθηκε άμεσα στην ομάδα την οποία, καθ’ ομολογίαν του ιδίου, έχει ζήσει και περάσει τα καλύτερά του χρόνια, τον Παναθηναϊκό, ο οποίος άλλωστε έδωσε την αφορμή στον 8χρονο τότε γιο του να ποζάρει ευτυχισμένος δίπλα από την ευρωκούπα. Εξάλλου, το ενδεχόμενο της κοινής πορείας των «πρασίνων» με τον Αλεσάντρο «εξίταρε» το μυαλό του Νάντο εδώ και αρκετά χρόνια, γεγονός που είχε παραδεχθεί πολλάκις σε συνεντεύξεις που είχε παραχωρήσει.
Η τηλεφωνική του επικοινωνία με τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο και τον Τσάβι Πασκουάλ «έστρωσε» τον δρόμο για τη μεγάλη επιστροφή των Τζεντίλε στον Εξάστερο. Έπειτα, ο Αλεσάντρο βρέθηκε στην Αθήνα και «τελείωσε» την δουλειά υπογράφοντας συμβόλαιο με τον Παναθηναϊκό…
Τι αναμένεται να δώσει…
Η μπασκετική… ταυτότητα του Αλεσάντρο αναφέρει πως πρόκειται για έναν παίκτη με τεράστια προσόντα βασισμένα στην σωματική του δύναμη, η οποία του επιτρέπει να τα βάζει με αντιπάλους προερχόμενους από όλες τις θέσεις.
Η επιθετική του «γκάμα» περιλαμβάνει πληθώρα επιλογών. Θα τον δούμε πολλές φορές να «βάζει πλάτη» ποστάροντας αντιπάλους, ενώ παράλληλα έχει την δυνατότητα να «τρυπά» τις αντίπαλες άμυνες με τις διεισδύσεις του. Στην περιφέρεια δεν τα πηγαίνει άσχημα, αλλά η απόδοσή του έξω από τα 6.75μ είναι ασταθής, καθώς υπήρξε χρονιά που σούταρε με 40% (2012-13), αλλά και με 30.6% (2014-15).
Όσον αφορά την άμυνα, έχει έφεση στο μαρκάρισμα πάνω στη μπάλα, μην έχοντας πρόβλημα να αντιμετωπίσει κάθε ματσάρισμα λόγω της σωματοδομής του. Ωστόσο, ο τομέας αυτός για τον Τζεντίλε δεν αποτελεί «σταθερά», διότι στις τελευταίες του χρονιές στην Αρμάνι έδειξε πως τον ενδιέφερε περισσότερο η επίθεση.
Αντίθετα, τα (αγωνιστικά) στοιχεία που καλείται να διορθώσει στον Παναθηναϊκό είναι οι off the ball κινήσεις του, οι οποίες τον κάνουν ευάλωτο κυρίως στην άμυνα, αλλά και η υπέρμετρη αυτοπεποίθηση που ξεκινά από τον εγωισμό του, καθώς είναι ευκολότερο για εκείνον να φερθεί ως one-man performer παρά ως παίκτης ομάδας.
Τι αναμένεται να λάβει…
Καλώς ή κακώς, ο Τζεντίλε έρχεται στον Παναθηναϊκό ως ένα μεγάλο «στοίχημα» και όχι ως επιλογή η οποία θα φέρει άμεσα και εγγυημένα αποτελέσματα. Ερχόμενος σε μία ομάδα η οποία έχει χαρακτηριστεί από πολλούς ως «γερή οικογένεια» οφείλει να μάθει να λειτουργεί υπό τους κανόνες που θέτει ο σύλλογος και όχι ο εαυτός του.
Ο Παναθηναϊκός δίνει την ευκαιρία στον Αλεσάντρο Τζεντίλε να επαναφέρει στην τάξη τον εαυτό του αλλά και το «σπιλωμένο» όνομά του στην μπασκετική «πιάτσα». Εάν ο ίδιος δείξει διάθεση για προσπάθεια, αφήνοντας τους «βεντετισμούς» στην άκρη, τότε οι δύο πλευρές θα βγουν σίγουρα ωφελημένες.
Εντός του περίεργου και αλλοπρόσαλλου μυαλού του μικρού Τζεντίλε ουδείς γνωρίζει τι συμβαίνει. Όμως, δεν αποκλείεται ο ίδιος να έχει αρχίσει την διαδικασία οραματισμού ενός μέλλοντος το οποίο θα έχει αρκετές κοινές συνισταμένες με το πέρασμα του πατέρα του από την ομάδα, υπό διαφορετικές όμως συνθήκες.
Ποιος ξέρει, ίσως εδώ, ο Αλεσάντρο καταφέρει να βρει στο άμεσο μέλλον την νέα έκδοση του Οντέτ Κάτας και να οδηγήσουν τον σύλλογο σε μία νέα Θεσσαλονίκη…