1η Απριλίου 2004. 20 ετών εγώ, στα πρώτα μου βήματα στη δημοσιογραφία. Πρωινή βάρδια στον ΣΠΟΡ FM μαζί με τον συνάδελφο Τάσο Νικολόπουλο. Η μέρα κυλάει, όπως οι προηγούμενες. Χωρίς τίποτα το φοβερό και τρομερό, με την επικαιρότητα να είναι «χαλαρή». Ξαφνικά χτυπάει το τηλέφωνο της σύνταξης, στο οποίο έπαιρναν συνήθως οι εξωτερικοί συνεργάτες ή μας έστελναν φαξ οι σταθμοί της επαρχίας. Το σηκώνω και ακούω από την άλλη άκρη της γραμμής την εξής ατάκα: «Γεια σας, τηλεφωνούμε από την Ευρωκλινική…».
Παγωμάρα. Τρέμουλο και ένα «όχι Θεέ μου», να είναι έτοιμο να βγει από τα χείλη μου. Βλέπετε, στην Ευρωκλινική νοσηλευόταν ο Γιάννης Κυράστας, η κατάστασης της υγείας του οποίου είχε ξαφνικά επιδεινωθεί…
«Κλείστε, σας παίρνω εγώ», τους απαντώ κι’ εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιώ ότι κάτι άσχημο θα ανακοινωθεί. Και ακριβώς αυτό συνέβη…
«Σας αποστέλλουμε το ιατρικό ανακοινωθέν. Ο Γιάννης Κυράστας, δυστυχώς, πέθανε», λέει η φωνή στη γραμμή…
Κοιτάζω τον Τάσο, σχεδόν σοκαρισμένος. Κάτι η στενοχώρια μου, κάτι οι τύψεις ότι θα μεταφέρω τα άσχημα μαντάτα, κάτι η απειρία μου, με έχει φέρει σε αμηχανία. «Μας στέλνουν από την Ευρωκλινική το ανακοινωθέν, φίλε. Εφυγε ο Κυράστας…», λέω στον Τάσο και τον βλέπω να βουρκώνει.
Αυτή την καταραμένη σκηνή, φέρνω στο νου μου κάθε χρόνο τέτοια μέρα. Και αντικρίζοντας, ξανά, τον Τάσο στα γραφεία του ΣΠΟΡ FM, σε διαφορετικό μέρος πια, μου έρχεται η εικόνα του. Με τα βουρκωμένα μάτια, με την ασχήμια στο πρόσωπο του στενοχωρημένου άνδρα, με την παγωμάρα…
13 χρόνια πέρασαν από τη μέρα που έφυγε από τη ζωή ένας «μαχητής» των ελληνικών γηπέδων. Ενας άνθρωπος, τον οποίο όσοι έζησαν μόνο καλά λόγια είχαν να πουν. Ενας αθλητής, με «α κεφαλαίο», ένας προπονητής τεράστιος, μια προσωπικότητα που έδωσε μια διαφορετική «πινελιά» στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Ενας μάγκας των γηπέδων και της ζωής…
Αντι επιλόγου…
«Θα πεθάνουμε γι αυτούς τους αλήτες; Όχι ρε δε θα πεθάνουμε, θα παλέψουμε».