Αναλυτικά όσα είπε ο Τσάβι Πακουάλ στην εκπομπή «Pick ‘n roll» της «Cosmote TV»:
Για το αν η Ελλάδα είναι… τρελάδικο και για αυτά που του αρέσουν: «Όχι, είναι απλά διασκεδαστική. Κάθε μέρα έχεις έναν λόγο να γελάσεις. Είναι μια ευρωπαϊκή χώρα, ζούμε σε μια πόλη μεσογειακή. Ο τρόπος ζωής είναι διαφορετικός από εκείνον της Βαρκελώνης. Ο κόσμος είναι πιο παθιασμένος. Αλλά, είναι φιλόξενη η πόλη. Νιώθω άνετα από την πρώτη στιγμή».
Για το «Més que un club» της Μπαρτσελόνα: «Η Μπαρτσελόνα είναι μια ομάδα, που εκπροσωπείται σε πολλά σπορ. Έχει πολλά τμήματα. Σε μεγάλο βαθμό αντανακλά το σύμβολο της Καταλονίας».
Για την ανεξαρτησία της Καταλονίας: «Είναι ένα θέμα που μας προβληματίζει όλους. Δύσκολο θέμα, με δύσκολη λύση. Περιπλέκονται τα πράγματα με τα συναισθήματα. Από την πλευρά μου θα ήθελα να υπάρχει μεγαλύτερη ηρεμία. Υπάρχουν άτομα που υποφέρουν».
Για το αν η Μπαρτσελόνα της σεζόν 2009-2010, που πήρε την Euroleague, είναι το «αριστούργημά» του: «Πιστεύω για πολύ κόσμο είναι μεταξύ δύο – τριών ομάδων, που έχουν παίξει το καλύτερο μπάσκετ στην Euroleague. Μας βγήκαν πολύ καλά τα πράγματα».
Για το αν σκέφτηκε ποτέ την καριέρα στις ΗΠΑ: «Η αλήθεια είναι πως όχι. Ποτέ δεν έχω σκεφτεί κάτι τέτοιο. Βλέποντας τους Τζαζ είδα δύο παλιούς μου παίκτες, τον Ρούμπιο και τον Ίνγκλις. Θα μου άρεσε να μείνω μερικά χρόνια ακόμα στην Ευρώπη κάνοντας κάτι σπουδαίο».
Για το αν τον σημαδεύουν περισσότερο οι μεγάλες νίκες ή οι μεγάλες ήττες: «Χωρίς αμφιβολία σε σημαδεύουν περισσότερο οι ήττες. Αλλά όσο περνάει ο χρόνος, μαθαίνεις να εκτιμάς και τις νίκες. Μία νίκη την ξεχνάς γρήγορα. Η ήττα μένει μέσα σου, την κουβαλάς για καιρό».
Για το αν φανταζόταν πως θα βρεθεί στην Ελλάδα: «Όταν ήμουν στην Μπαρτσελόνα ήξερα ότι κάποια στιγμή αυτό θα τελειώνε και θα μπορούσα να πάω οπουδήποτε. Αλλά, αισθανόμουν πως κάποια στιγμή θα ερχόμουν στην Ελλάδα. Υπάρχει ένας άνθρωπος, που του είπα κάποια στιγμή πως αυτή η ομάδα θα ήταν ο Παναθηναϊκός. Πάντα υπήρξαν δυο – τρεις ομάδες στην Ευρώπη, που μου έκαναν μεγαλύτερη εντύπωση».
Για το… κλικ, που του έκανε ο Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ παλαιότερα: «Πάντα ένιωθα κάτι το ιδιαίτερο όταν έμπαινα στο ΟΑΚΑ και έβλεπα αυτό το κοινό, που λάτρευε τους παίκτες του. Από την άλλη, είναι μια ομάδα με νίκες. Ερχόμουν από τέτοια ομάδα. Είναι θέμα dna. Πάντα σου αρέσει να βρίσκεσαι σε τέτοιες ομάδες. Υπάρχουν προπονητές που αγωνίζονται για να κερδίσουν ή να μην κατεβούν επίπεδο ή να μην έχουν μεγάλες απαιτήσεις. Εγώ δεν αντιλαμβάνομαι το επάγγελμά μου χωρίς αυτή την υψηλή πίεση για τη νίκη. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι πάντα ο Παναθηναϊκός ήταν πάντα από αυτές τις ομάδες».
Για τα κοινά σημεία Μπαρτσελόνα – Παναθηναϊκού: «Υπάρχει υποχρέωση για τη νίκη και η ήττα εκμεταλλεύεται ως κάτι πολύ σκληρό. Αυτό κάνει τις δύο ομάδες να έχουν ομοιότητες. Παρά το γεγονός πως οι δρόμοι της κάθε ομάδας και το dna της κάθε μίας είναι πολύ διαφορετικό, ο στόχος του να κερδίζεις όλα τα παιχνίδια είναι ο ίδιος».
Για το ερώτημα που ακούει από τον κόσμο σχετικά με το αν θα πάει ο Παναθηναϊκός ΟΠΑΠ στο Final Four: «Δεν έχει περάσει ούτε μια μέρα από τη ζωή μου στην Αθήνα, που κάποιος να μην με έχει ρωτήσει αυτό το πράγμα. Αυτό ακούω, όπου και να βρεθώ. Είμαι συνηθισμένος στο να απαντώ. Έχω αναπτύξει διάφορες τεχνικές για να απαντώ σε αυτή την ερώτηση. Δεν έχω νέα τεχνική να σας δείξω τώρα, πάντα μπορώ να απαντήσω σε πολλά. “Δεν είμαι μέντιουμ”. “Θα προσπαθήσουμε”. Αυτές είναι οι πιθανές απαντήσεις. Αν σηκωθώ με κέφι το πρωί, λέω: “Ελπίζω να σε δω στη Βιτόρια”».
Για τον φετινό Παναθηναϊκό ΟΠΑΠ: «Συνολικά θέλουμε να βρίσκουμε τον δρόμο να νικάμε, να προσπαθούμε να αξιοποιούμε στο μέγιστο όλους τους παίκτες. Πρέπει να ελέγξουμε το τρανζίσιον, τόσο το αμυντικό όσο και το επιθετικό. Θέλουμε να είμαστε καλύτεροι στο επιθετικό ριμπάουντ, σε σχέση με τα δύο προηγούμενα χρόνια».
Για τη βελτίωση στις βολές: «Οι βολές είναι κάτι δύσκολο. Υπάρχουν σεζόν που ξεκινάς, πας πολύ καλά και αυτό πάει μέχρι τέλους και άλλες που πάνε αντίθετα».
Για την ενίσχυση της ομάδας σε αθλητικότητα και αμυντική ικανότητα: «Μπορούμε ίσως να πούμε ότι φέτος έχουμε μεγαλύτερη αθλητικότητα. Από την άλλη, η άμυνα εξαρτάται από πολλά πράγματα, όπως η ψυχολογία, η τακτική, το dna της ομάδας, η χημεία των παικτών, το πνεύμα αυτοθυσίας. Γι’ αυτό πέραν των σωμαντικών προσόντων, υπάρχουν κι άλλα σημαντικά πράγματα. Πιστεύω θα κάνουμε διαφορετικά πράγματα, αλλά δεν μου αρέσει να συγκρίνω με το παρελθόν. Όταν αρχίζει μια σεζόν ό,τι έχει συμβεί, συνέβη. Ξεκινάμε από το μηδέν. Αναφέρομαι στη σύγκριση με πέρυσι. Αυτό είναι τυπικό, το κάνει ο κόσμος. Κάθε παίκτης έχει τα δικά του χαρακτηριστικά».
Για τον Ιωάννη Παπαπέτρου: «Αρχικά είναι ένας παίκτης που έχει προπονηθεί καλά στο παρελθόν και έχει δουλέψει πολύ για να βελτιωθεί και σε ατομικό επίπεδο. Έρχεται σε εμένα πολύ νέος, αλλά ώριμος. Έχουμε πολλά περιθώρια βελτίωσης. Είναι άμεσα αξιοποιήσιμος. Νιώθει άνετα με εμάς και μπορεί να μας βοηθήσει πολύ αυτή τη σεζόν».
Για το αν υπάρχει κανένας να του λέει ακόμα στον δρόμο: “μη βάζεις τον Καλάθη”, επειδή στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί… προπονητές: «Θυμάμαι την πρώτη σεζόν υπήρχε ένα διάστημα, που ο κόσμος τον κριτίκαρε πολύ. Πάντα έτσι είναι με τα δημόσια πρόσωπα. Πρέπει να ζούμε με αυτό όλοι μας, παίκτες και προπονητές. Το σημαντικό είναι να ξέρεις τον δρόμο, που πρέπει να ακολουθήσεις και να συνεχίζεις. Δεν μπορείς, βέβαια, να είσαι στραμμένος με την πλάτη στον κόσμο. Ο προπονητής πρέπει να ξέρει τι λέει ο κόσμος, αλλά να είναι αποφασισμένος για τον δρόμο που θα ακολουθήσει».
Για το ότι λένε πως είναι πάρα πολύ καλός στη διαχείριση προσωπικοτήτων: «Πιστεύω ότι είμαι ένας άνθρωπος ευθύς. Ποτέ δεν δείχνω κάτι που δεν είναι πραγματικότητα και δεν λέω κάτι παραπάνω από αυτό που πρέπει στους παίκτες. Αυτό που πρέπει να πω, θα το πω. Προσπαθώ να είμαι δίκαιος, στο πλαίσιο της αδικίας που συνεπάγεται σε ένα τέτοιο άθλημα. Έχεις δώδεκα παίκτες και παίζουν οι πέντε. Προσπαθώ να είμαι δίκαιος, αλλά δεν ξεχνάω τον στόχο μου. Ο Παναθηναϊκός με πληρώνει για να κερδίζω. Όχι για να κερδίζω με έναν ή άλλον παίκτη συγκεκριμένα».
Για το πώς διαχειρίζεται την πίεση και το «πρέπει»: «Τα πάντα στη ζωή μπορούμε να τα δούμε από πολλές διαφορετικές οπτικές. Μπορεί να θεωρήσει κανείς επιτυχία το πώς τελείωσε η regular season και ότι χάσαμε απέναντι στην μελλοντική νικήτρια του θεσμού ή να το δει ως αποτυχία ότι δεν πήγαμε στο Final Four. Αλλά, επιτυχία είναι να προσφέρουμε στο κοινό ένα ελκυστικό προϊόν. Είναι δουλειά μας να κάνουμε τον κόσμο να περνάει καλά. Στην τελική, μία ομάδα νικάει. Υπάρχουν πολλές ομάδες. Θέλουμε να πάρουμε τίτλους, έχουμε μεγάλο κίνητρο. Αλλά, την πίεση προσπαθώ να την… κοουτσάρω. Βάζω τον πήχη πιο ψηλά. Διδάσκω στους παίκτες ότι για να νιώθεις λιγότερο την πίεση θα πρέπει να είσαι συγκεντρωμένος σε κάτι συγκεκριμένο. Αυτό είναι κάτι που αν δεν το βιώνεις καθημερινά, όταν θα έρθει η στιγμή δεν θα είσαι προετοιμασμένος».
Για το αν είναι πιο έντονο το Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός από το Μπαρτσελόνα – Ρεάλ: «Ναι. Εκεί όταν έχουμε τελικούς βιώνεται πιο έντονα η κατάσταση. Εδώ κάθε παιχνίδι βιώνεται με μεγαλύτερο πάθος και διαφορετικό τρόπο».
Για το αν αυτή η ένταση επηρεάζει το μυαλό των «αιωνίων»: «Υποθέτω ότι μας κάνει να βιώνει κάθε ματς σαν έναν μικρό τελικό και ομορφαίνει τη δουλειά μας».
Για το αν προσπάθησε να επηρεάσει τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο στο θέμα της Euroleague: «Πιστεύω πως τώρα είναι όλα όπως πρέπει. Πρέπει να αφήσουμε το παρελθόν στο παρελθόν και να είμαστε έτοιμοι για αυτό που είναι η δική μου δουλειά και των παικτών, αυτή την Euroleague».
Για το τι θα τον έκανε πιο ήσυχο στον πάγκο του «τριφυλλιού»: «Ποτέ δεν σκέφτομαι αυτό που δεν έχω. Αισθάνομαι καλά με τους παίκτες που έχω, τους συνεργάτες μου και τον κόσμο. Ποτέ δεν σκέφτομαι ποιους δεν έχω και αν μπορούσα να έχω κάποιον καλύτερο. Όταν αρχίζει μια σεζόν προσπαθώ να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ με αυτά που έχω».
Για το αν νιώθει ότι στον Παναθηναϊκό υπάρχει η σκιά του Ομπράντοβιτς, όπως όταν έφυγε εκείνος από την Μπαρτσελόνα, υπήρχε η σκιά του πάνω από το κεφάλι του Μπαρτζώκα: «Όχι δεν αισθάνομαι αυτό. Νιώθω περηφάνια που κάθομαι στον πάγκο που καθόταν και εκείνος για τόσα χρόνια. Η ιστορία είναι αυτή που είναι. Είναι όμορφο ότι η ομάδα έχει ένα τόσο ένδοξο παρελθόν, τόσο πρόσφατα. Σε όλα τα πράγματα πρέπει να βλέπουμε τη θετική πτυχή. Αυτές οι ομάδες έχουν δώσει στην ομάδα την νοοτροπία του νικητή».
Για την μία λέξη, που θα χρησιμοποιούσε για το μπάσκετ: «Στρατηγική».
Για αν έχει συστήματα, που δεν έχει χρησιμοποιήσει ποτέ: «Ναι, φυσικά».
Για το πόσα συστήματα χρησιμοποιεί σε μια σεζόν: «Ανά παιχνίδι έχουμε 65-80 κατοχές, ίσως τώρα να έχουμε και παραπάνω. Αν σκεφτούμε ότι προσπαθούμε να παίζουμε γρήγορα και να βρίσκουμε 10-22 αντεπιθέσεων, τότε ίσως σε ένα ματς να έχουμε γύρω στις 55 στατιστικές επιθέσεις. Δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις 120 συστήματα. Είμαι προπονητής και η δουλειά μου είναι να βιώνω ένα παιχνίδι και να βρίσκω τον τρόπο, που θα με οδηγήσει στην νίκη, επιθετικά και αμυντικά. Γι’ αυτό υπάρχει η τακτική, ώστε να την αξιοποιείς».
Για τους Έλληνες παίκτες: «Δεν υπάρχει γκρι χρώμα, που να τον χαρακτηρίζει. Είναι ή λευκό ή μαύρο. Υπάρχει αυτός με την καλή νοοτροπία και αυτός που δεν την έχει. Ο καλός Έλληνας παίκτης είναι εργατικός, με νοοτροπία νικητή. Είναι ανταγωνιστικός, αγαπά το άθλημα. Είναι παίκτης που σε κάνει να τον ερωτεύεσαι. Αυτόν που δεν τα έχει αυτά θα τον… σκότωνες. Συμπίπτει αυτό με νεαρούς, που τους βάζουν την ετικέτα ότι θα πάνε στο ΝΒΑ, που η ζωή τους τα έχει φέρει εύκολα μέχρι τώρα και δεν ξέρουν να βρίσκουν ισορροπία. Όταν βλέπεις μια ομάδα ανακαλύπτεις ποιος έχει την κάθε νοοτροπία. Γενικά μιλάω, όχι για συγκεκριμένους παίκτες. Μιλάω έχοντας ζήσει δύο χρόνια στην Ελλάδα».
Για το αν είναι εφικτό να πλάσει καινούργιος παίκτες σε μια ομάδα που ζει και πεθαίνει για τον πρωταθλητισμό: «Ναι, φυσικά. Αποτελεί μέρος των υποχρεώσεών μας. Σε τελική ανάλυση οι προπονητές είμαστε περαστικοί. Οι παίκτες φτιάχνουν την ιστορία της ομάδας. Εξαρτάται από το τι θα κάνουμε εμείς σήμερα. Ο στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε τους νέους παίκτες, οι οποίοι στην πρώτη ομάδα θα αποτελέσουν μέρος του dna της. Υπάρχει μεγάλη βιασύνη για τους παίκτες που “ξεπετάγονται”. Ειδικά στο δικό μας άθλημα αυτό το άλμα είναι πολύ μεγάλο. Σε όλη την Ευρώπη εμφανίζονται σπάνια τέτοιοι παίκτες».
Για τον Έλληνα προπονητή: «Πιστεύω πως όλοι είναι καλοί στην τακτική. Φροντίζουν το αμυντικό κομμάτι. Γενικά προσπαθούν να παίξουν σκληρά, με πάθος. Η χρήση της τακτικής στην Ελλάδα ίσως βρίσκεται σε πιο υψηλό επίπεδο, από ό,τι στην Ισπανία. Στην Ισπανία υπάρχει ο τύπος του προπονητή που φροντίζει για λίγα πράγματα προετοιμασμένα. Εδώ ίσως υπάρχει περισσότερη χρήση τακτικής».