Απέδειξε ο Γιώργος Δώνης στην πρώτη του χρονιά στον Παναθηναϊκό πως μπορεί να τα βγάλει πέρα έχοντας στα χέρια του ένα μάλλον μέτριο ρόστερ. Διότι αυτό είχαν οι πράσινοι τη σεζόν 2018-19. Ένα ρόστερ με πολλά νέα παιδιά, που έπεσαν κατευθείαν στα βαθιά. Απουσίαζαν οι προσωπικότητες όπως αυτή του Σένκεφελντ ή του Ζαχίντ στη δεύτερη χρονιά με τον Έλληνα προπονητή στον πάγκο.
Αυτά τα δύο χρόνια το συνολικό πρόσημο για τον Δώνη είναι παραπάνω από θετικό. Σε 67 παιχνίδια στον πάγκο ο Δώνης έχει 30 νίκες, 17 ισοπαλίες, 20 ήττες. Αν μιλούσαμε για παλιό, κανονικό Παναθηναϊκό, δε θα ήταν καλό το ποσοστό. Όμως μιλάμε για ειδικές περιστάσεις. Ο Παναθηναϊκός σε αυτά τα δύο χρόνια εξελίχθηκε όχι μόνο συνολικά, αλλά και ατομικά. Υπάρχουν παίκτες όπως ο Πούγγουρας, που η εξέλιξή του είναι καταπληκτική, ο Χατζηγιοβάνης που μετατράπηκε σε παίκτη… Εθνικής Ελλάδας, ο Μπουζούκης που αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες ελπίδες του αύριο του ελληνικού ποδοσφαίρου, ο Διούδης είναι πια ένας από τους καλύτερους Έλληνες τερματοφύλακες.
Υπήρξαν παιχνίδια που οι πράσινοι έπαιξαν ένα ποδόσφαιρο υπεροχής. Με κυρίαρχο στοιχείο την κατοχή της μπάλας, την πίεση στον αντίπαλο, τους πολλούς τρόπους να έρχεται η μπάλα μέσα στην περιοχή. Αν είχε έναν καλύτερο γκολτζή (τύπου Μπεργκ), θα είχε και περισσότερους βαθμούς. Θα είχε πάρει παιχνίδια στα οποία επιβλήθηκε, αλλά δεν τα κατάφερε.
Ετούτο είναι που πρέπει να βελτιώσει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Να κερδίζει – αν όχι όλα, τα περισσότερα – τα παιχνίδια στα οποία είναι εμφανώς καλύτερος. Εκεί που επιβάλλεται του αντιπάλου, να βρίσκει τρόπο να τον ρίχνει νοκ άουτ. Να παίρνει βαθμούς που στερήθηκε τα δύο προηγούμενα χρόνια. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα; Το φετινό παιχνίδι στο Ηράκλειο απέναντι στον ΟΦΗ, παιχνίδι που αν υπήρχε ένας γκολτζής δε θα είχε τελειώσει 1-1.
Ο Δώνης πρέπει να προφυλαχθεί από τη διοίκηση, να νιώσει όσο σημαντικός είναι γι’ αυτή την προσπάθεια που κλείνει δύο χρόνια και μπαίνει πια σε ένα διαφορετικό στάδιο. Αυτό της διεκδίκησης καλύτερου πλασαρίσματος ή ακόμα – ακόμα και της διεκδίκησης κάποιου τίτλου. Και σίγουρα της επιστροφής στα ευρωπαϊκά γήπεδα, στα οποία αξίζει ο Έλληνας προπονητής να είναι εκείνος που θα κοουτσάρει τον Παναθηναϊκό.