Ο Γιώργος Μπαμπινιώτης έσπασε τη σιωπή του και τοποθετήθηκε για την υπόθεση Δημήτρη Λιγνάδη με ανάρτησή του στα social media.
Αναλυτικά:
Απέναντι σε μια οργανωμένη απόπειρα διασυρμού
Τις τελευταίες ημέρες, με αφορμή παλαιότερη δήλωσή μου υπέρ τής τότε επιλογής τού Δημήτρη Λιγνάδη στη θέση τού καλλιτεχνικού διευθυντή τού Εθνικού Θεάτρου, εξελίσσεται εις βάρος μου αλλά και εις βάρος τής κόρης μου Φλωρίτας Μπαμπινιώτη μια, εν πολλοίς κατευθυνόμενη, επιχείρηση δημόσιου διασυρμού μας, μέχρις εξοντώσεως. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το γενικό πρόσταγμα των κατάφωρα συκοφαντικών επιθέσεων εις βάρος μου δίδεται από ομάδες και άτομα συγκεκριμένου πολιτικού χώρου, όπως ενδεικτικά ο κ. Πολάκης ή επαγγελματίες συνδικαλιστές, όπως ο Μιχ. Κουρουτός (που αδυνατώ, ειλικρινώς, να θυμηθώ, πόσες φορές συνολικά έχει ζητήσει την παραίτησή μου). Έχοντας επίγνωση ότι ο αληθής στόχος είμαι εγώ, έκρινα αρχικώς —εσφαλμένα όπως αποδεικνύεται— ότι, μη τοποθετούμενος δημοσίως, θα κατόρθωνα να διαφυλάξω σε μεγαλύτερο βαθμό την ψυχική ηρεμία των βαλλόμενων μελών τής οικογένειάς μου. Αντελήφθην όμως ότι η σιωπή μου εκλαμβάνεται από κάποιους ως, δήθεν, ενοχή. Για τους λόγους αυτούς, δηλώνω τα ακόλουθα:
Αισθάνομαι, κατ΄ αρχάς, την ανάγκη να εκφράσω την αμέριστη συμπαράστασή μου στα θύματα παντός είδους βίας. Τα θύματα χρειάζονται την υποστήριξη και την ενθάρρυνσή μας. Η κάθαρση, όσο επίπονη κι αν είναι ως διαδικασία, δεν μπορεί παρά να αποτελεί τον επιθυμητό στόχο κάθε υγιώς σκεπτόμενου πολίτη. Μια κάθαρση, ωστόσο, η οποία στο πλαίσιο μιας ευνομούμενης πολιτείας δεν μπορεί παρά να ανατίθεται και να διεκπεραιώνεται αποκλειστικά από τα θεσμοθετημένα δικαιοδοτικά της όργανα. Με αυτές τις σκέψεις, εκφράζω και την ικανοποίησή μου, που η Δικαιοσύνη ήδη επελήφθη των καταγγελιών και αναμένω, με σεβασμό στο έργο της και τις αποφάσεις της, την τελική της κρίση.
Δηλώνω απερίφραστα τον αποτροπιασμό μου για το περιεχόμενο των καταγγελιών των θυμάτων, που προσφάτως είδαν το φως τής δημοσιότητας, η ανάγνωση των οποίων μού προκαλεί βαθιά απέχθεια και άφατη οργή.
Η δήλωσή μου υπέρ τής επιλογής τού Δ. Λιγνάδη στη θέση τού καλλιτεχνικού διευθυντή τού Εθνικού Θεάτρου έγινε στο πλαίσιο δεκάδων αντίστοιχων αναρτήσεων που έχω πραγματοποιήσει κατά καιρούς για θέματα και ανθρώπους τού Πολιτισμού, τον οποίο προσωπικά υπηρετώ άοκνα και αδιάκοπα επί 40 και πλέον έτη.
Έχω ήδη αποδεχθεί μέσα μου ότι είναι μάταιη κάθε προσπάθειά μου να μεταπείσω όσους δεν αντιλαμβάνονται ότι, αν είχα την παραμικρή υποψία τέλεσης αξιόποινων πράξεων εκ μέρους τού συγκεκριμένου προσώπου, ουδέποτε θα προέβαινα στην δήλωση αυτή. Επίσης, στερείται νοήματος η κατάδειξη του φαρισαϊσμού όσων, ενώ διατηρούσαν οι ίδιοι με τον Δ. Λιγνάδη τόσο επαγγελματικές όσο και διαπροσωπικές σχέσεις, σήμερα επικαλούνται πλήρη άγνοια και, ταυτοχρόνως, διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι εγώ «αποκλείεται να μη γνώριζα».
Αντιθέτως, για όσους καλόπιστους επιθυμούν να πληροφορηθούν την αλήθεια δηλώνω ότι ο Δ. Λιγνάδης εργάστηκε στο Αρσάκειο, ως εξωτερικός συνεργάτης, στους προαιρετικούς απογευματινούς ομίλους των Αρσακείων (και όχι στο διδακτικό προσωπικό του σχολικού προγράμματος) πριν από 19 ολόκληρα χρόνια. Τα όσα μεμονωμένα διακινούνται περί παύσης-απόλυσής του από το Αρσάκειο το έτος 2002 είναι απολύτως ψευδή. Αποχώρησε, προτιμώντας να μετακινηθεί στον θεατρικό όμιλο τού Κολλεγίου. Δηλώνω δε κατηγορηματικά και σε όλους τους τόνους ότι καθ΄ ον χρόνο συνεργάστηκε με το Αρσάκειο, ουδεμία καταγγελία περιήλθε σε γνώση μου έστω και προφορική.
Περαιτέρω, σε κάποιους φαίνεται ότι δεν αρκούσε η ευθεία επίθεση εναντίον μου, αλλά θέλησαν να με πλήξουν και εμμέσως, διαμέσου τής κόρης μου. Η δικαστική περιπέτεια τής κόρης μου, την οποία ανέσυραν ως υποτιθέμενη είδηση ορισμένοι επώνυμοι ή ανώνυμοι δημοσιογραφούντες, έχει ήδη περατωθεί από το έτος 2015 με την αμετάκλητη και επί τής ουσίας (και όχι για τυπικούς λόγους) αθώωσή της, από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι ουδεμία αξιόποινη πράξη τελέστηκε. Αυτήν την αλήθεια, ορισμένοι επιχείρησαν σκοπίμως να την αποκρύψουν, εμφανίζοντας την δίκη ως δήθεν, ακόμη, εκκρεμή. Άλλοι, θιασώτες προφανώς τού νόμου τού Lynch, παρότι γνωρίζουν την υφιστάμενη —ήδη από το 2015— αμετάκλητη αθώωση, υποβάλλουν την κόρη μου σε δεύτερη δίκη, διά των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, με κριτές τους ίδιους. Αποδεικνύεται έτσι ότι ορισμένοι συμπολίτες μας όχι απλώς θεωρούν εκ προοιμίου ότι όποιος κατηγορείται είναι δεδομένα ένοχος, αλλά επιπλέον δεν αποδέχονται ούτε καν τις αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις, θεωρώντας εαυτούς δικαστές και τιμητές των πάντων. Λυπάμαι, αλλά απέναντι σε αυτές τις συμπεριφορές, που είναι προδήλως παράνομες στο πλαίσιο οποιασδήποτε ευνομούμενης πολιτείας, είμαστε αναγκασμένοι, αλλά και αποφασισμένοι να αμυνθούμε με κάθε νόμιμο μέσο.
Απέναντι σε μια οργανωμένη απόπειρα διασυρμού