Ο “τυπάρας” του ελληνικού ποδοσφαίρου κι εμβληματικός αρχηγός της Εθνικής ομάδας, αλλά και του Παναθηναϊκού, μιλάει στο αφιέρωμα της “Athens Voice” για τα 116 χρόνια από την ίδρυση του Τριφυλλιού για το πέρασμά του από τον σύλλογο κι όσα σημαίνει γι’ αυτόν η ομάδα που αγάπησε κι αγαπήθηκε όσο ελάχιστοι.
Αναλυτικά η συνέντευξη του Καραγκούνη:
Δεν είχαμε παρά λίγα λεπτά στον χώρο και εμφανίστηκε ο πρώτος θαυμαστής του, ζητώντας από τον Γιώργο μία φωτογραφία. Εκείνος δεν αρνήθηκε φυσικά και κάπως έτσι προέκυψε και η κουβέντα σχετικά με το πώς αντιμετωπίζει τέτοιες καταστάσεις και πώς νιώθει όταν εισπράττει την αγάπη του κόσμου.
«Εντάξει, δεν είναι όλες οι ώρες ίδιες, αλλά θέλω να ευχαριστώ τον κόσμο πάντα. Όταν μου ζητούν μια φωτογραφία καταλαβαίνω ότι έχουν εκτίμηση στο πρόσωπό μου και δεν μπορώ να το αγνοήσω. Όταν ο κόσμος σού δείχνει την αγάπη του πρέπει να το ανταποδώσεις. Εννοείται πως χαίρομαι που με εκτιμούν όλοι οι φίλαθλοι ανεξαρτήτως ομάδας, νομίζω ότι αυτή είναι η ουσία του ποδοσφαίρου και γενικότερα του αθλητισμού».
Μία δεκαετία εκτός γηπέδων, εκτός ποδοσφαιρικής ζωής. Πόσο συνηθίζεται αυτό από έναν άνθρωπο που έχει μάθει από έφηβος σε μία καθημερινότητα πειθαρχίας, συνέπειας και προγράμματος;
«Η μεγαλύτερη διαφορά είναι ο χρόνος. Υπάρχει περισσότερος πλέον. Δεν υπάρχει αυτή η πίεση του πρωταθλητισμού. Κάνω βέβαια και πολλά ταξίδια γιατί είμαι ambassador της UEFA και φυσικά συμμετέχω και σε πολλά παιχνίδια ανά τον κόσμο με τους legends. Το πρόγραμμα και η συνέπεια που υπήρχε τα αγωνιστικά μου χρόνια έχουν φύγει πλέον. Δεν υπάρχει πίεση, είναι όλα πιο άνετα και υπάρχει χρόνος, που είναι το βασικότερο, ειδικά για την οικογένεια. Τώρα για το αν μου έχει λείψει, νομίζω πως σε όλους τους παλαίμαχους λείπει. Η προσμονή για τα μεγάλα παιχνίδια, τις μεγάλες διοργανώσεις, τα ταξίδια, οι συναντήσεις με μεγάλους παίκτες, ακόμα και αντιπάλους, όλα σου λείπουν. Ευτυχώς υπάρχουν και τα ματς των legends και αγωνιζόμαστε πού και πού, φοράμε το σορτσάκι και τη φανέλα και νιώθουμε πάλι όπως τότε».
Παρά την πλούσια καριέρα του, ο Γιώργος Καραγκούνης έχει κατά κύριο λόγο συνδέσει το όνομά του με τον Παναθηναϊκό. Ο «αρχηγός», ο «Κάρα», η «ψυχή» της ομάδας. Αυτοί είναι μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που του αποδόθηκαν όσο έπαιζε με το τριφύλλι στο στήθος αλλά και όχι μόνο. Πώς θα χαρακτήριζε ο ίδιος τον Παναθηναϊκό;
«Το πρώτο που σκέφτομαι είναι σχολείο. Ένα μεγάλο σχολείο. Εγώ ήρθα πολύ μικρός στον Παναθηναϊκό από το χωριό μου τότε. Εδώ μεγάλωσα, εδώ έγινα άνδρας, έκανα την καριέρα μου. Πέρασα πάρα πολλές στιγμές στην ομάδα. Δύσκολες, εύκολες, όμορφες, άσχημες. Έζησα τα πάντα και δεν το αλλάζω. Είναι μια τεράστια ομάδα, ένας σπουδαίος σύλλογος, και όπως γίνεται με κάθε τέτοια ομάδα η πίεση είναι μεγάλη. Πρέπει να μάθεις να ζεις μαζί της. Ο κόσμος περιμένει από εσένα να κερδίζεις και μόνο. Να νικάς στα ντέρμπι, να παίρνεις πρωταθλήματα και κύπελλα, να κάνεις αξιόλογη πορεία στην Ευρώπη. Πρέπει να είσαι συνειδητοποιημένος πως έτσι θα είναι πάντα τα πράγματα στο εξής. Δεν μπορείς να συμβιβάζεσαι με τις ήττες. Είναι πολύ ωραίο να αγωνίζεσαι για κορυφαίες ομάδες αλλά δεν είναι και εύκολο».
Αγαπητός από τους φίλους κάθε ομάδας, πιστός στρατιώτης της Εθνικής ομάδας και φυσικά του Παναθηναϊκού, σε σημείο που με την πρώτη ευκαιρία λέει πως ο «Παναθηναϊκός είναι πάνω απ’ όλους και όλα».
Δεν είχε και δεν έχει ανάγκη να αποδείξει τίποτα και σε κανέναν. Το πάθος και η αυταπάρνηση που έδειχνε στο γήπεδο ήταν αρκετά. Εκείνος, όμως, πάντα προτιμούσε να κρατά χαμηλό προφίλ και να είναι ο απόλυτος επαγγελματίας. «Όσο σημαντικός και να είσαι, όσα και να έχεις προσφέρει, η ομάδα είναι πάντα πάνω απ’ όλους και όλα. Έτσι πρέπει να είναι τα πράγματα και έτσι να το αντιμετωπίζουν όλοι οι ποδοσφαιριστές. Γιατί οι παίκτες έρχονται και φεύγουν, η ομάδα όμως μένει εκεί πάντα. Είναι φυσικά σημαντικό να τιμάς τον κάθε παίκτη που έχει προσφέρει στον σύλλογο, αλλά είναι ακόμα πιο σημαντικό να σέβεσαι την ομάδα όσες διαφωνίες και να υπάρχουν. Κι αν υπάρχουν πρέπει να λύνονται και μάλιστα εκ των έσω, χωρίς να παίρνουν διαστάσεις, το καλό της ομάδας είναι πάνω απ’ όλα».