Κώστας Μανωλιουδάκης

Το μεγαλείο σου δεν έχει τελειωμό!

Ο παντοκράτορας του ελληνικού και ευρωπαϊκού μπάσκετ είναι ξανά εδώ. Η πιο επιτυχημένη ελληνική ομάδα όλων των εποχών στην Ευρώπη έκανε και πάλι το θαύμα της. Γράφει ο Κώστας Μανωλιουδάκης.

Ούτε δύο, ούτε τρεις. Ούτε πέντε, ούτε έξι. Εφτά Ευρωλίγκες παρακαλώ. Απίστευτο κι όμως αληθινό. Κοντοζυγώνει τις έντεκα της βασίλισσας Ρεάλ και μοιάζει θέμα χρόνου να ξεπεράσει τις οκτώ της ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Η Μακάμπι… χαιρέτησε ήδη. Αδιανόητο για τη μικρή πληθυσμιακά Ελλάδα που μέσω του Παναθηναϊκού και του κόσμου του, έχει αφήσει άφωνη τη Γηραία Ηπειρο με τα επιτεύγματα του. Ο Παναθηναϊκός επέστρεψε. Εχοντας μαζί του μία τεράστια πράσινη λάβα να τον σπρώχνει, κάθε φορά, στην υλοποίηση του ανέφικτου. Μόνο ο Παναθηναϊκός μπορεί. Το δείχνουν οι ευρωκούπες. Μιλούν από μόνες τους.

Ο κοινός παρονομαστής του σήμερα σε σχέση με το ένδοξο παρελθόν αφορά στην επιλογή προπονητή. Ετσι είθισται να συμβαίνει στον ομαδικό αθλητισμό. Οταν οι αείμνηστοι Παύλος και Θανάσης Γιαννακόπουλος έδιναν τα κλειδιά του Παναθηναϊκού στον κορυφαίο προπονητή της Ευρώπης όλων των εποχών, τον αξεπέραστο Ζέλικο Ομπράντοβιτς, ο Ζοτς μετρούσε -τότε- τρεις Ευρωλίγκες. Μία με την Παρτιζάν, μία με την Μπανταλόνα και μία με τη Ρεάλ Μαδρίτης. Ηρθε στον Παναθηναϊκό, έχτισε μία ανεπανάληπτη αυτοκρατορία και στα δεκατρία χρόνια που κόσμησε τον πράσινο πάγκο, πρόσθεσε πέντε ακόμη Ευρωλίγκες και 23 τίτλους συνολικά.

Στη σύγχρονη εποχή, ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος αναζητούσε εναγωνίως τον νέο… άρχοντα των δαχτυλιδιών. Αποφάσισε να δώσει τα κλειδιά στον Εργκίν Αταμάν, τον προπονητή που (πριν αναλάβει τον πράσινο πάγκο) είχε 2+1 Ευρωλίγκες (3+1 πλέον και 6+1 ευρωπαϊκά τρόπαια συνολικά). Το «συν ένα» κολλάει στη διακοπή της κορυφαίας ευρωπαϊκής διοργάνωσης την πρώτη χρονιά της πανδημίας του κορωνοϊού η οποία είχε εξόφθαλμο… τροπαιούχο τη δική του Εφές.

Οχι, δεν συγκρίνεται ο Ομπράντοβιτς με τον Αταμάν. Κανένας δεν μπορεί να συγκριθεί με τον Ζοτς. Κι ας ήταν ο Τούρκος αυτός που του πήρε τα ηνία από τον Ζοτς με την Εφές που δημιούργησε, ως αντίπαλο δέος της Φενέρμπαχτσε.

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος βρήκε τον κατάλληλο προπονητή για να του φέρει την πολυπόθητη κούπα, αυτόν που σηκώνει τις Ευρωλίγκες τα τελευταία χρόνια, έχοντας ουσιαστικά τέσσερις κατακτήσει στις πέντε πιο πρόσφατες διοργανώσεις. Ουάου.

Αυτόν που έχρισε τον Σλούκα ηγέτη και εκείνος τον δικαίωσε με τον πιο εμφατικό τρόπο βουλώνοντας στόματα, όπως δικαίωσε και τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο που τον έφερε, αλλά και τον ίδιο του τον εαυτό για την επιλογή ζωής που πραγματοποίησε.

Ο Αταμάν μπόλιασε τα πράσινα αποδυτήρια με τη νοοτροπία νικητή. Εκανε τα μάτια των παικτών να γυαλίζουν από δίψα. Προκάλεσε τους πάντες να το πιστέψουν, από το ξεκίνημα της σεζόν. Προτίμησε τον Καλαϊτζάκη από τον Βιλντόζα. Εβγαλε με ενάμιση σέντερ και με κλειστό ροτέισον όλη τη διαδρομή, κόντρα στην εσωστρέφεια και τη γκρίνια επειδή δεν έπαιζε, λόγου χάρη ο Μωραϊτης. Απέδειξε ότι είναι μεγάλος μάγκας και προπονηταράς. Και όπως σε όλα τα ομαδικά αθλήματα, στους αιώνες των αιώνων, ο προπονητής είναι η κορωνίδα. Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος του πήρε ό,τι ζήτησε, έβαλε πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη για να έρθουν παιχταράδες και το «θαύμα» πήρε σάρκα και οστά.

Η κληρονομιά του Παύλου είναι πολύ βαριά. Όπως όλων των πραγματικά ικανών. Αλλά η συνταγή είναι εκεί. Ο Παναθηναϊκός επέστρεψε στο θρόνο του. Μία τεράστια πράσινη λαοθάλασσα πλημμύρισε ολόκληρη την Ελλάδα. Σαν ηφαίστειο που ξυπνά, απ’ όνειρο βαθύ, σαν ηφαίστειο που ξυπνά επτά γενιές σβηστό. Υπερηφάνεια, σοκ και δέος.

Exit mobile version