ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Κέι Σι Ρίβερς: βγαλμένος απ’ τα ωραιότερα διηγήματα

Ο θείος του, Μπάιρον Ντίνκινς, του εξήγησε τι σημαίνει Παναθηναϊκός. Η άρνηση του Βίκτορ Κλαβέρ του άνοιξε το δρόμο. Και ο ταπεινός, πλην «φονικός», Κέι Σι Ρίβερς μετατρέπεται σε ηγέτη του Παναθηναϊκού. Το Panathinaikos24 ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής και της καριέρας του... φονιά του Ολυμπιακού

Θεωρητικά, όλοι όσοι ασχολούνται επαγγελματικά -και μη- με τον αθλητισμό, είναι αναγκασμένοι από τις καταστάσεις αλλά και τον περίγυρό τους να «στρωθούν» και να αφοσιωθούν στον τομέα τους ώστε να διεκδικήσουν όσο το δυνατόν περισσότερες πιθανότητες διάκρισης.

Λέξεις όπως «τύχη», «μοίρα» και «γραφτό», παρότι χρησιμοποιούνται συχνά από όσους καλούνται να καταγράψουν τα κατορθώματα και τους ηρωισμούς ενός αθλητή, δεν συνηθίζουν να έχουν θέση στην κοσμοθεωρία των πρωταγωνιστών, οι οποίοι αντιπαραβάλλουν την σκληρή δουλειά έναντι του ταλέντου, προκειμένου να ξεχωρίσουν…

Ο «δάσκαλος» Μπάιρον Ντίνκινς

Στην κατηγορία αυτή ανήκει και ο δικός μας πρωταγωνιστής, ο Κει Σι Ρίβερς. Ένας καλαθοσφαιριστής που «έχτισε» σιγανά και ταπεινά το όνομα και τη φήμη του, φτάνοντας μέχρι το κατώφλι του ΟΑΚΑ το περασμένο καλοκαίρι ως εναλλακτική επιλογή που έμελλε να μεταμορφωθεί σε βροντερό πρωταγωνιστή του Παναθηναϊκού λίγους μήνες αργότερα.

Βέβαια, η εξελικτική πορεία του γνησίου τέκνου της Σάρλοτ, εμπεριείχε από πολύ νωρίς την παρέμβαση της «ειμαρμένης» η οποία μετά πολλών εξερευνήσεων στις μπασκετικές «γωνιές» της Ευρώπης του έδωσε μετά τιμής τη μπέρτα του πρωταγωνιστή με τη φανέλα του «εξάστερου».

Το πηγαίο ταλέντο που φρόντισε να τον εξοπλίσει ο όποιος θεός το μετέτρεψε σε πρακτική ικανότητα χάρη στη βοήθεια ενός πρώην καλαθοσφαιριστή του Παναθηναϊκού, του Μπάιρον Ντίνκινς. Ο θείος Μπάιρον, πρωταθλητής κόσμου με τον Παναθηναϊκό το 1996, ανέλαβε να μετατρέψει τον δυναμικό ανιψιό του σε έτοιμο μπασκετμπολίστα, δίνοντάς του τα απαραίτητα εφόδια γνώσης εντός παρκέ, «χτίζοντας» του παράλληλα το τσαγανό για να ανταποκριθεί στα μελλούμενα.

Η διδακτική περιπλάνηση στην Ευρώπη

Από τη θητεία του στο κολέγιο του Κλέμσον, ο Ρίβερς είχε φροντίσει να αποδείξει έμπρακτα το υψηλό μπασκετικό I.Q του, το «βρωμόχερο» του (όπως αναφέρεται στην αργκό του αθλήματος) αλλά και τον πηγαίο αλτρουισμό του. Τα δύο πρώτα στοιχεία του εξασφάλισαν την επαγγελματική του σταδιοδρομία στο μπάσκετ, όμως το τρίτο, παρότι απαραίτητο, ίσως και να του έκοψε το δρόμο προς το ΝΒΑ, μια λίγκα που είχε και έχει ανάγκη από συντελεστές με ενισχυμένο «εγώ».

Η αναγκαστική -μα διδακτική- περιπλάνησή του στη γηραιά Ήπειρο, στάθηκε αρκετή ώστε να «μπολιάσει» τον Ρίβερς με τον ευρωπαϊκό τρόπο παιχνιδιού. Ο Κει Σι, όντας ευφυής και δουλευταράς, κατόρθωσε να προσαρμοστεί αρκετά γρήγορα στα καθ’ ημάς δεδομένα, ανεβαίνοντας «σκαλί-σκαλί». Λατίνα, Μπενετόν, Ροάν, Μπολόνια, Χίμκι… Η κοπιαστική αλλά απαραίτητη μετακίνησή του στα τέσσερα σημεία της ηπείρου του εξασφάλισε την πρώτη ευκαιρία για ανέλιξη στην κορυφή.

«Βασιλιάς», αλλά όχι ««γαλαζοαίματος»

Στα 26 του χρόνια, η προοπτική της «απαστράπτουσας» Ρεάλ Μαδρίτης, φάνταζε ως το ιδανικό σημείο για το πρώτο μεγάλο «μπαμ». Ως μέλος της «βασίλισσας» κατάφερε να κατακτήσει τα πάντα το 2015, δίχως όμως να μετατρέπεται σε «γαλαζοαίματος». Ο ίδιος συνέχισε να φέρεται και να αγωνίζεται ως ένας ταπεινός -πλην «φονικός»- team player, βοηθώντας με τη σειρά του την ομάδα του Λάσο να κάνει το treble τη σεζόν 2015, με αποκορύφωμα την επιστροφή στην κορυφή της Ευρώπης.

Ο Ρίβερς είχε φροντίσει να «τσεκάρει» το εισιτήριο για την ομάδα του στον ημιτελικό του Final-4 της Μαδρίτης κόντρα στη Φενέρ του Ζοτς, σημειώνοντας 17 πόντους με 5/6 τρίποντα και 2/2 βολές μόλις σε 21 λεπτά συμμετοχής, βάζοντας τη δική του «σφραγίδα» στο τελικό 96-87. Η «παράστασή» του οδήγησε την ομάδα του στον τελικό κόντρα σε έναν αντίπαλο που, δυο σεζόν αργότερα, θα «σκότωνε» με συνοπτικές διαδικασίες, φορώντας βέβαια μια άλλη φανέλα. Η πρώτη «μεγάλη» συνάντηση του Ρίβερς με τον Ολυμπιακό στον νικηφόρο -για τη Ρεάλ- τελικό, έμελλε να δείξει τον δρόμο του μέλλοντος.

Ένα μέλλον το οποίο «φώναζε» πως η «άγκυρα» του 28χρονου φόργουορντ δεν ήταν προορισμένη για να «δέσει» στη Μαδρίτη, αλλά κάμποσα χιλιόμετρα ανατολικότερα, σε άλλη πρωτεύουσα. Το καλοκαίρι του 2016, ο Παναθηναϊκός αναζητούσε εναγωνίως έναν παίκτη ο οποίος θα μπορούσε να καλύψει τη θέση «3» και μέχρι ενός σημείου φάνηκε πως είχε βρει τον εκλεκτό του στο πρόσωπο του Κλαβέρ. Ο Ισπανός εν τέλει προτίμησε να παραμείνει στα πάτρια εδάφη, δίνοντας τα χέρια με τη Μπαρτσελόνα του Γιώργου Μπαρτζώκα, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για τον ερχομό του Αμερικανού από τη Σάρλοτ.

«Πράσινος» με… διακριτικό τρόπο

Η ανακοίνωσή της απόκτησής του, στα τέλη του περασμένου Ιουλίου, δεν στάθηκε ικανή για να «ταράξει» ευχάριστα το «θυμικό» των οπαδών, οι οποίοι λίγο νωρίτερα είχαν καλωσορίσει τους Κρις Σίνγκλετον και Γιάννη Μπουρούση. Η κοινή γνώμη και τα πρώτα report έκαναν λόγο για μια έμπειρη και πολύτιμη προσθήκη, η οποία θα μπορούσε να βοηθήσει αρκετά στη θέση «3» και να βάλει τα σουτ που της αναλογούν. Μέχρι εκεί…

Κάπου εδώ, μπαίνει στη μέση το ζήτημα της «μοίρας», το οποίο προαναφέρθηκε στην εισαγωγή. Ηθελημένα, όπως αποδεικνύεται, η ζωή οδήγησε τον Ρίβερς στην «αγκαλιά» του Παναθηναϊκού, προσφέροντάς του τα προηγούμενα χρόνια τα -κατευθυνόμενα- από εκείνη σημάδια, ώστε να μπορέσει ο ίδιος να το κατανοήσει, αργά ή γρήγορα. Την εμπλοκή του θείου Ντίνκινς, αλλά και το συναπάντημα με τον Ολυμπιακό στον τελικό του 2015 ήρθε να συμπληρώσει το τρίτο και καθοριστικό κομμάτι του «παζλ» που ήθελε τον 28χρονο Αμερικανό ντυμένο στα πράσινα.

Τα πρώτα εύσημα πηγαίνουν στον Αργύρη Πεδουλάκη, ο οποίος εισηγήθηκε το καλοκαίρι την απόκτησή του. Το δεύτερο «χειροκρότημα» όμως χαρίζεται απλόχερα στον Τσάβι Πασκουάλ που έδωσε τις απαραίτητες «ενέσεις» ψυχολογίας και εμπιστοσύνης στον καλαθοσφαιριστή, μετατρέποντάς τον σταδιακά από ένα πολύτιμο «γρανάζι» σε αδιαμφισβήτητο ηγέτη της φετινής προσπάθειας του «τριφυλλιού».

Το αριστερό «βρωμόχερό» του, συστήθηκε στο ευρύ κοινό στα ευρωπαϊκά παιχνίδια του Νοέμβρη και του Δεκέμβρη, αλλά εντός του Γενάρη, μας αναγκάζει να του υποκλιθούμε. Ήδη, από το προηγούμενο διάστημα, ο Ρίβερς είχε φροντίσει να αποδείξει πως δεν το έχει σε τίποτα να φορέσει τη «μπέρτα» του ηγέτη, έναν ρόλο που πηγαίνει κόντρα στο «βιογραφικό» του αλλά όχι στη φύση του. Κόντρα στον Ολυμπιακό όμως, κατόρθωσε να «θαμπώσει» τους πάντες και όχι άδικα.

Ιδού ο «φονιάς»

Στα τρία ματς του Ιανουαρίου κόντρα στον «αιώνιο» αντίπαλο, ο ηγετικός Ρίβερς, «κουβάλησε» στις πλάτες του τον Παναθηναϊκό, έχοντας ως συμμάχους το «φονικό» αριστερό του χέρι αλλά και την αμυντική του προσήλωση. Οι επιδόσεις του σε αυτήν την τριάδα αναμετρήσεων, φαντάζουν βγαλμένες από άλλες εποχές. 6 Ιανουαρίου, Φάληρο, 23 πόντους με 5/9 δίποντα, 3/3 τρίποντα και 4/4 βολές. Δέκα ημέρες αργότερα, ξανά στο «ΣΕΦ», 27 πόντους με 9/11 δίποντα, 2/4 τρίποντα και 3/4 βολές και για «επιδόρπιο» οι 26 πόντοι με 4/6 δίποντα, 6/10 τρίποντα στο παιχνίδι του ΟΑΚΑ.

Μια «τριλογία» βγαλμένη από τα ωραιότερα αφηγήματα, η οποία, προς τέρψιν του Παναθηναϊκού αλλά και του φιλοθεάμονος κοινού δεν αποτυπώθηκε σε βιβλίο αλλά εξελίχθηκε σε ζωντανή μετάδοση! Τα πεπραγμένα του Ρίβερς στο διάστημα που αγωνίζεται στην Ελλάδα, τον κατατάσσουν στη συλλογική συνείδηση ως μια από τις πιο επιτυχημένες μεταγραφές του συλλόγου τα τελευταία χρόνια. Οι εμφανίσεις του δε κόντρα στον Ολυμπιακό, οδήγησαν φίλους (Δημήτρης Γιαννακόπουλος) αλλά και «εχθρούς» (Κώστας Παπανικολάου) να υποκλιθούν σε εκείνον.

Αυτός είναι λοιπόν ο Κει Σι Ρίβερς. Ήρθε αθόρυβα, σχεδόν από την πίσω πόρτα, αλλά τα δεδομένα και το «γραφτό» του μάλλον υποδεικνύουν πως η συνέχεια της παρουσίας του θα πραγματοποιηθεί μετά… ντόρου και τριπόντων. Ο Παναθηναϊκός βρήκε έναν άνθρωπο ο οποίος δεν το έχει σε τίποτα να «συνδεθεί» με το αντίπαλο καλάθι όταν η μπάλα καίει. Ο Ρίβερς δε, φορώντας τη φανέλα του Παναθηναϊκού, προχώρησε σε μια νέα γνωριμία με την αθλητική περσόνα του.

Τόσα χρόνια «έβγαζε» το «ψωμί» του ως ρολίστας και παίκτης συνόλου, αλλά όπως δείχνουν τα ίδια τα πεπραγμένα του, η φανέλα με τα έξι αστέρια τον ώθησε και τον ενέπνευσε στο να βγάλει προς τα έξω τον πραγματικό του εαυτό, αυτόν του ηγέτη. Ο θείος Ντίνκινς φαίνεται πως έκανε καλά τη δουλειά του στα τέλη της δεκαετίας του ’90. Ο άτυχος Ολυμπιακός από την άλλη μεριά, ακόμα προσπαθεί να βρει τρόπο για να αντιμετωπίσει τον «δήμιο» του!

To be continued…

Exit mobile version