Ο Παναθηναϊκός πήρε το μίνιμουμ που άξιζε από το ντέρμπι με τον Ολυμπιακό γιατί ο προπονητής του κέρδισε κατά κράτος τον αντίπαλό του και η τακτική του τον δικαίωσε. Γράφει ο Βασίλης Μοιρώτσος.
Δεν ήταν το νούμερο ένα ζητούμενο η νίκη για τον Παναθηναϊκό στο χθεσινό ντέρμπι. Και ας υπάρχουν οι θεωρίες περί ντέρμπι που πάντα πρέπει να κερδίζεις και παιχνίδια που είναι διαφορετικά από τα άλλα. Ναι, σύμφωνοι, αλλά όλα αυτά συμβαίνουν κάτω από φυσιολογικές συνθήκες. Και οι συνθήκες αυτή τη φορά δεν ήταν φυσιολογικές για τον Παναθηναϊκό. Το πρώτο μέλημα ήταν να δείξουν οι πράσινοι πως αναπνέουν ακόμα. Σαν οργανισμός, σαν σύνολο, σαν ομάδα, σαν οικογένεια. Πως δεν… ξέχασαν την μπάλα μέσα σε μια μέρα, πως δεν έγινε ο Δώνης κακός προπονητής. Το κατάφεραν.
Κυρίως ο Δώνης. Ο Μαρτίνς είχε κερδίσει όλα τα εύσημα για την ομάδα που παρουσιάζει, μα στο δικό τους “μπρα ντε φερ” ο Δώνης βγήκε νικητής. Όπως είχε κάνει και πέρσι στο Καραϊσκάκη, με άλλο στυλ και άλλον τρόπο από φέτος. Ο Παναθηναϊκός κατάφερε να βγάλει στο γήπεδο πάθος και θέληση, όπως λένε όλοι, αλλά αν δεν παίξεις και ποδόσφαιρο δεν μπορείς να κάνεις τίποτα μονάχα με αυτά τα στοιχεία. Ούτε μόνη της η… φανέλα παίζει μπάλα, ούτε ο κόσμος παίζει μπάλα. Αν ήταν έτσι θα φοράγαμε όλοι από μια φανέλα και θα παίζαμε σε όλα τα ντέρμπι. Θα παίζαμε με πάθος και θα παίρναμε αποτέλεσμα. Αλλά το ποδόσφαιρο δεν είναι έτσι ή τουλάχιστον δεν είναι μόνο έτσι.
Ο Δώνης μελέτησε πολύ τον τρόπο παιχνιδιού του Ολυμπιακού, έκανε ανάλυση επί ώρα στους παίκτες για το Ολυμπιακός – Τότεναμ και η ομάδα του εμφανίστηκε διαβασμένη. Και έτοιμη όχι μόνο ψυχολογικά, αλλά και αγωνιστικά, που ήταν εξίσου δύσκολο βάσει των όσων είχαμε δει. Ο Παναθηναϊκός έκλεισε τα άκρα του, με τον Ζαχίντ και τον Μπουζούκη να δίνουν βοήθειες στα μπακ, ακύρωσε το παιχνίδι του Ποντένσε που είναι ο πιο επικίνδυνος παίκτης του Ολυμπιακού και έστειλε τους ερυθρόλευκους να επιτεθούν από τον άξονα. Εκεί έστησε τις παγίδες που έπρεπε, έβαλε δύναμη πάνω στο μαρκάρισμα του Βαλμπουενά για να τον βγάλει εκτός ρυθμού, χαλώντας κυρίως το μυαλό του, οι παίκτες είχαν πολύ καλές επιστροφές και έπαιξαν έξυπνα όταν χρειάστηκε. Όλα τα “επίτηδες” φάουλ του Παναθηναϊκού είναι σωστά. Σε χρόνο που χρειάζονταν για να μη βρεθεί η άμυνα σε ανισορροπία.
Ο Ολυμπιακός προηγήθηκε τη μοναδική φορά που βρήκε ρήγμα από τα άκρα του Παναθηναϊκού και γι’ αυτό ευθυνόταν ο Ζαχίντ, που βρέθηκε σε πολύ κακή βραδιά. Στη 40αρα μπαλιά του Μπουχαλάκη για τον Τσιμίκα, ο Γιόχανσον έχει κλείσει σωστά προς την περιοχή, αλλά ο Ζαχίντ δεν έχει πάει πάνω στο ανέβασμα του Τσιμίκα με αποτέλεσμα ο τελευταίος να σεντράρει ανενόχλητος. Αν δεν βρισκόταν κι αυτό θα μιλούσαμε για ένα παιχνίδια αψεγάδιαστο στον μεσοαμυντικό τομέα. Το ζήτημα για τον Παναθηναϊκό ήταν να λύσει τον δύσκολο γρίφο. Αυτός είναι η κακή δημιουργία που έχει έως τώρα στο πρωτάθλημα. Φαίνεται από το γεγονός πως έχει σκοράρει μονάχα από πέναλι και το ίδιο έκανε και με τον Ολυμπιακό. Η λύση για τον Παναθηναϊκό δόθηκε και πάλι από το σημείο του πέναλτι, αλλά για να φτάσει εκεί το πάλεψε πολύ στο δεύτερο ημίχρονο.
Και αυτή του η εικόνα οφείλεται κυρίως στην είσοδο του Περέα. Ο πιτσιρικάς έδωσε ενέργεια και ένταση στο παιχνίδι του Παναθηναϊκού, τραβώντας επί της ουσίας και τους υπόλοιπους. Με την άγνοια κινδύνου που διαθέτει και με τον ενθουσιασμό, έφερε ξανά ορμή και επιθετικότητα στο παιχνίδι του Παναθηναϊκού, κέρδισε το πέναλτι στο 60′ και ήταν εκεί σχεδόν σε κάθε επικίνδυνη κατάσταση που δημιούργησαν οι πράσινοι στο δεύτερο ημίχρονο.
Ο Παναθηναϊκός πήρε έναν βαθμό, για τον οποίο φυσικά κανείς δεν πανηγυρίζει, αφού το dna του συλλόγου απαιτεί πανηγυρισμούς μόνο σε νίκες, αλλά δεν θα απολογηθεί και κανένας που πανηγύρισαν οι παίκτες ένα γκολ σε ντέρμπι στο 90′. Άλλωστε για σκεφτείτε το: και ο Ολυμπιακός πέρσι στο 85′ ισοφάρισε στο Φάληρο και ο Σισέ που σκόραρε έκανε σαν μικρό παιδί. Μην ξεχάσουμε κι αυτά που ξέρουμε…