Αν ο Παναθηναϊκός ανακοίνωνε τον Φατίχ Τερίμ ένα… ωραίο πρωινό, σε μια περίοδο που δε θα είχε προπονητή και θα αναζητούσε, τότε ο κόσμος του σίγουρα θα υποδεχόταν την είδηση με ενθουσιασμό. Αν ο Παναθηναϊκός ανακοίνωνε τον Φατίχ Τερίμ σε μια περίοδο που θα είχε κλείσει ο κύκλος του Ιβάν Γιοβάνοβιτς και ο Τούρκος θα ήταν ο αντικαταστάτης του και πάλι ο κόσμος του μάλλον δε θα είχε το παραμικρό παράπονο. Αλλά ο Παναθηναϊκός κατάφερε κάτι που μάλλον θέλει… προσπάθεια: να ανακοινώσει έναν σπουδαίο προπονητή, φέρνοντας ταυτόχρονα μια τεράστια γκρίνια στον σύλλογο. Γιατί; Γιατί κανείς δεν κατάλαβε με ποιο σκεπτικό ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς φεύγει στα μέσα μιας σεζόν που οι πράσινοι βρίσκονται μέσα στον μεγάλο τους στόχο: την κατάκτηση του πρωταθλήματος.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Γιάννης Αλαφούζος στα μέσα μιας σεζόν πάει κόντρα στην επιθυμία του κόσμου. Ο Γιοβάνοβιτς έκανε μεγάλο «γκελ», όπως παλαιότερα μεγάλο «γκελ» έκανε και ο Γιώργος Δώνης. Και οι δύο προπονητές είχαν έρθει σε μια δύσκολη συγκυρία, είχαν καταφέρει να… συμμαζέψουν την ομάδα και να επαναφέρουν τον κόσμο στο γήπεδο. Και οι δύο έφυγαν με άκομψο τρόπο. Ο Δώνης μέσω μιας… επιστολής αργά το βράδυ στο σπίτι του ενημερώθηκε ότι διανύει τους τελευταίους του μήνες στην ομάδα. Ο Γιοβάνοβιτς αποχώρησε εν μέσω εορτών. Κι ας ήξερε εδώ και καιρό πως κάτι έχει «σπάσει» από τον Αλαφούζο. Δεν περίμενε ούτε ο ίδιος ότι θα του στερούσαν τη δουλειά στα μέσα της σεζόν και δε θα του επέτρεπαν να διεκδικήσει αυτό για το οποίο παλεύει λυσσασμένα δύο χρόνια.
Ο Αλαφούζος παίρνει ένα πολύ μεγάλο ρίσκο. Και χάνει, αν θέλετε, και το… ελαφρυντικό που θα είχε σε περίπτωση χαμένου πρωταθλήματος: όλοι θα έδειχναν τον Ιβάν σαν τον υπαίτιο. Ναι μεν φέρνει στην Ελλάδα έναν προπονητή αναγνωρισμένης αξίας, με πλούσιο παλμαρέ, πολλούς τίτλους και τρομερές εμπειρίες, το κάνει γιατί θεωρεί πως θα αυξήσει τις πιθανότητες κατάκτησης του τίτλου, όμως αν εν τέλει το χάσει θα δείχνουν εκείνον ως τον μοναδικό υπεύθυνο. Και πιθανόν να «κάψει» γρήγορα την επιλογή του Τερίμ.
Ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς φεύγει από τον Παναθηναϊκό με τρόπου που δεν του άξιζε. Ήταν ένας κύριος με «Κ» κεφαλαίο από την πρώτη μέρα που πάτησε το πόδι του στην ομάδα μέχρι και την τελευταία. Ήταν εκείνος που έδωσε όραμα και ελπίδα και πάλι. Αν θέλετε; Αυτός που… επέστρεψε τις Κυριακές μας. Και τις Πέμπτες μας, για να μην ξεχνιόμαστε. Εκείνος που οδήγησε τον Παναθηναϊκό και πάλι σε τίτλο, που διεκδίκησε και – σύμφωνα με τον ίδιο τον Αλαφούζο – του έκλεψαν το περσινό πρωτάθλημα, εκείνος που μας χάρισε μεγάλες βραδιές όπως αυτή στη Μασσαλία τον περασμένο Αύγουστο.
Με τον Γιοβάνοβιτς ένιωθες και πάλι Παναθηναϊκός. Ένιωθε η ίδια η ομάδα ξανά μεγάλη, ικανή να ανταποκριθεί στο σπουδαίο παρελθόν της και να γράψει ένα επίσης σπουδαίο μέλλον. Ήταν ασπίδα σε όλα: από το «μην υποτιμάτε την ομάδα μου» έως το «έμεινα ο τελευταίος των Μοϊκανών», από τον τρόπο που μιλούσε για τον κόσμο, για τον σύλλογο, για την ιστορία του. Μύριζες… Παναθηναϊκό με τον Γιοβάνοβιτς στον πάγκο.
Έπρεπε, όφειλε η διοίκηση, να του επιτρέψει να ολοκληρώσει το έργο του και να φανεί αν θα γινόταν πρωταθλητής. Το άξιζε. Και όσοι λένε πως ο Παναθηναϊκός με τον Ιβάν δεν μπορούσε να κάνει το βήμα παραπάνω, προφανώς και δε γνωρίζουν ούτε τα βασικά του αθλητισμού. Πως βγαίνει ένα τέτοιο συμπέρασμα, όταν δεν είδαμε αν μπορεί να κάνει το βήμα παραπάνω; Δεν είναι βήμα παραπάνω να χάνεις τον τίτλο την προτελευταία αγωνιστική του περσινού πρωταθλήματος με τον τρόπο που το έχασες; Δε… μυρίζουν από μπάλα όσοι αμφισβητούν το πόσο σπουδαίος υπήρξε για τον Παναθηναϊκό αυτά τα 2,5 χρόνια ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς.
Και τώρα το… παρακάτω. Ο Παναθηναϊκός έφερε έναν προπονητή που στην Ελλάδα δεν έρχεται υπό φυσιολογικές συνθήκες. Είναι μια επιτυχία αυτό, που δεν πήρε – τουλάχιστον από τον κόσμο και τουλάχιστον σε αυτές τις πρώτες ώρες – τη στήριξη που του πρέπει. Γιατί συνέπεσε με την απόλυση του αγαπημένου του κόσμου, Ιβάν. Ο Φατίχ Τερίμ είναι ένας σπουδαίος προπονητής, ένας συλλέκτης τίτλων που όχι τυχαία τον ονόμασαν «αυτοκράτορα».
Εντελώς διαφορετικός από τον Γιοβάνοβιτς τόσο σε συμπεριφορά/χαρακτήρα όσο και στις προπονητικές του ιδέες. Ο Τερίμ έμαθε να παίζει επίθεση. Από τη Γαλατασαράι και την εθνική Τουρκίας έως τη Φιορεντίνα και τη Μίλαν. Λατρεύτηκε από τον κόσμο κάθε ομάδας που δούλεψε γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο: γιατί του αρέσει η επίθεση. Και δε λατρεύτηκε το ίδιο από προέδρους, κυρίως στην Ιταλία, πάλι γι’ αυτό τον λόγο. Στη Serie A δεν αρέσει το… jogo bonito. Αρέσει το «κατενάτσιο».
Ο Τερίμ είναι ίσως η μεγαλύτερη προσωπικότητα προπονητή που έχει έρθει στην Ελλάδα. Αξίζει τον σεβασμό και την στήριξη όλων. Και είναι σίγουρα ένα γοητευτικό πρότζεκτ για τον Παναθηναϊκό, ακόμα και αν έχει «πατήσει» τα 70 του χρόνια. Καλή του επιτυχία.