Βασίλης Μοιρώτσος

Ιβάνοβιτς, πάραμ παραμ παμ περομ παραμ

Ο Βασίλης Μοιρώτσος γράφει για τη δεύτερη φορά του Ομπράντοβιτς στο ΟΑΚΑ, που τον βρήκε και πάλι χαμένο. Τούτη τη φορά όμως, ένας άλλος άξιζε μεγαλύτερης αποθέωσης. Ο νέος «βασιλιάς».

Καλύτερη παράδοση…  παραλαβή δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Η βραδιά που ο Ομπράντοβιτς επέστρεψε στο ΟΑΚΑ για δεύτερη φορά, σημαδεύτηκε από την βραδιά που ο Ντούσκο Ιβάνοβιτς μπήκε στις καρδιές του κόσμου. Η βραδιά που η νέα ομάδα του Παναθηναϊκού έστειλε μήνυμα σε όλη την Ευρώπη πως κανείς δεν μπορεί να την ξεγράψει. Είναι εδώ, έτοιμη να σημειώσει νέες ευρωπαϊκές επιτυχίες. Κι αν αυτό δεν γίνει φέτος, ποιος στοιχηματίζει πως δεν θα γίνει τα χρόνια που έρχονται.

Το 91-73 ήταν ότι πιο εμφατικό θα μπορούσε να κάνει ο νέος Παναθηναϊκός. Κόντρα σε μια ομάδα πλούσια, με γεμάτο ρόστερ, με παίκτες – αστέρια, με τον κορυφαίο προπονητής στην Ευρώπη. Ο Παναθηναϊκός του Ιβάνοβιτς την έκανε να μοιάζει μικρή. Σχεδόν… νεογνό. Άλλωστε, αυτό είναι η Φενέρ απέναντι στον Παναθηναϊκό στο μπασκετικό στερέωμα.

Ένα… νεούδι, απέναντι σε έναν γίγαντα. Ξέρετε, η φανέλα ορισμένες – έως και πολλές – φορές, παίζει μπάσκετ από μόνη της. Παίρνει νίκες και τίτλους από μόνη της.

Το κοινό στο ΟΑΚΑ παραληρούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της βραδιάς. Δεν είναι και λίγο να απολαμβάνει 18 τρίποντα. Κάθε που σηκωνόταν παίκτης του Παναθηναϊκού, ήσουν βέβαιος για το αποτέλεσμα. Ένα ματς στο οποίο η Φενέρ ήρθε ως φαβορί, κρίθηκε υπέρ των πρωταθλητών Ελλάδας από το 15’. Από ‘κει κι έπειτα… μαγεία και ολοκληρωτικό μπάσκετ. Run and gun, όπως συνηθίζουμε να λέμε.

Ο Ιβάνοβιτς φτιάχνει μια ομάδα απολύτως απελευθερωμένη. Κι αυτό βγαίνει στο γήπεδο. Ο Παναθηναϊκός του Ιβάνοβιτς είναι μια ομάδα «όμορφη στο μάτι». Σε προκαλεί να πας στο γήπεδο. Σε τσιγκλάει. Να την δεις πως φτιάχνεται, πως χτίζεται, πως αλλάζει προς το καλύτερο, μέρα με τη μέρα και αγώνα με τον αγώνα. Ο κόσμος αρχίζει και το αντιλαμβάνεται γι’ αυτό και σχεδόν γέμισε το γήπεδο το βράδυ της Πέμπτης. Όχι μόνο για τον μεγάλο Ομπράντοβιτς, αλλά για τον Παναθηναϊκό του Ιβάνοβιτς. Γι’ αυτό και στο τέλος έπρεπε το «Ιβάνοβιτς πάραμ παραμ παμ περομ παραμ», να ακουστεί περισσότερο από το «Ομπράντοβιτς».

Exit mobile version