Μην έχετε καμία αμφιβολία. Και το νταμπλ να είχε πάρει την περασμένη σεζόν ο Παναθηναϊκός, μεταγραφάρες και ονοματάρες θα γούσταρε ο μέσος Ελληνας φίλαθλος. Οχι μόνο οι φίλοι του Παναθηναϊκού. Απαντες. Είναι η ράτσα μας τέτοια. Των εντυπώσεων. Της υπερβολής. Της πρόωρης αποθέωσης και της πρόωρης καταστροφολογίας. Και των προβλέψεων, συνήθως αρνητικών. Η ψυχραιμία δεν θεωρείται προτέρημα, αλλά κοροϊδία και ύβρις.
Σ’ αυτό το τάιμινγκ που βρισκόμαστε, οι φίλοι της ΑΕΚ έχουν βάλει τις ζώνες τους και πετάνε στον έβδομο ουρανό. Με Περέιρα, με Λαμέλα και δεν συμμαζεύεται. Εάν θα πέσουν απότομα από εκεί ή θα παραμείνουν σε υψηλές πτήσεις, είναι σχετικό. Οσο σχετικά είναι τα βιογραφικά των παικτών σε σχέση με την προσφορά τους στις ομάδες που πάνε. Εκτός αν μιλάμε για τη Ρεάλ και τη Σίτι.
Πριν κάποια χρόνια ερχόταν ο Εσιέν, λίγο πιο πριν ο Γκοβού, παλαιότερα ο Κονσεϊσάο, πανηγύριζε το πράσινο σύμπαν το καλοκαίρι και το χειμώνα φορούσε παλτό να ζεσταθεί απ’ το κρύο. Επί της ουσίας, δηλαδή, μία τρύπα στο νερό. Τα βιογραφικά αυξάνουν τις πιθανότητες επιτυχίας, τουλάχιστον στη θεωρία, στο μιλητό, αλλά δεν παίζουν μπάλα μόνα τους.
Στο μπάσκετ ο Παναθηναϊκός είναι top ευρωπαϊκό μέγεθος, σαν να λέμε η Ρεάλ ή η Σίτι στο ποδόσφαιρο, άρα μπορεί να πάρει ό,τι καλύτερο υπάρχει στην Ευρώπη και δη στα ντουζένια του. Κυριολεκτικά. Δεν υπάρχει σύγκριση με το ποδόσφαιρο, τις απείρως περισσότερες χώρες/υπερδυνάμεις που ασχολούνται με αυτό και του υποανάπτυκτου, ποδοσφαιρικά και όχι μόνο, Ελλαδιστάν. Επιπλέον, σε αυτό βρίσκονται πέντε παίκτες κάθε φορά στο γήπεδο και είναι αλλιώς σε σχέση με τους υπερδιπλάσιους αθλητές του ποδοσφαίρου.
Εάν έπαιζαν μπάλα τα ονόματα και τα βιογραφικά, τότε ο Βέρμπιτς κι ο Βιλένα θα είχαν πάρει τη φανέλα σπίτι τους, ο Ιωαννίδης θα έδενε τα κορδόνια του Σπόραρ στο ένα παπούτσι κι ο Γερεμέγεφ στο άλλο, ο δε Τσέριν θα έψαχνε ομάδα για να δοθεί δανεικός.
Για κάθε Σπόραρ υπάρχει κι ένας Σισέ. Για κάθε Βέρμπις κι ένας Λέτο, και για κάθε Εσιέν κι ένας Ζιλμπέρτο Σίλβα. Υπάρχει κι αυτή η όψη του νομίσματος, ασφαλώς. Οπως υπάρχει η κατάκτηση του νταμπλ το 2004 και η κατάκτηση του νταμπλ του 2010, με εντελώς αντίθετες συνταγές και δεδομένα, που περικλείουν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Στον Παναθηναϊκό, που μας ενδιαφέρει πρωτίστως, το κυρίαρχο πρόβλημα που υπάρχει δεν είναι η καθυστέρηση στις μεταγραφές ή το τι κάνει ο «σούπερ Μάριο» κι ο οποιοσδήποτε ανταγωνιστής. Ούτε εάν θα είναι πιασάρικα τα ονόματα όσων ήρθαν ή θα έρθουν στο τριφύλλι.
Το πρόβλημα είναι δομικό. Εμπεριέχει τα δεκατέσσερα χρόνια ανομβρίας, όσον αφορά το πρωτάθλημα, τα επαναλαμβανόμενα αυτογκόλ και τους τραγικούς χειρισμούς του Αλαφούζου. Και συνοψίζεται στην παντελή έλλειψη εμπιστοσύνης στη διοίκηση του συλλόγου. Δικαίως, πέρα για πέρα.
Ο Παναθηναϊκός είναι υποχρεωμένος να επαναφέρει την ελπίδα και την προοπτική στα εκατομμύρια των φίλων του. Οχι στις εντυπώσεις και την επικοινωνία, αλλά στην ουσία. Να σπρώξει χρήμα μεν, για να αναβαθμιστεί ποιοτικά και να δείξει αντανακλαστικά πρωταθλητισμού ως τεράστια ομάδα που είναι, αλλά πρωτίστως να πάρει τους παίκτες που πρέπει και θέλει ο προπονητής του.
Οχι για τη φανφάρα και το περιτύλιγμα. Στο σύγχρονο ποδόσφαιρο το καλοί και κακοί παίκτες είναι λάθος συζήτηση. Η σωστή βάση είναι συμβατοί παίκτες με την ποδοσφαιρική φιλοσοφία του προπονητή και μη συμβατοί.
Προφανώς είναι καλοί παίκτες όσοι είναι επαγγελματίες και βρίσκονται σ’ αυτό το επίπεδο, διεθνείς και δεν συμμαζεύεται. Αλλοι είναι καλοί στο να κρατάνε τη μπάλα και να εξασφαλίζουν την κατοχή της μπάλας, δίνοντας το ρυθμό, άλλοι είναι γρήγοροι, ντριμπλέρ και ικανοί στο να παίζουν στο χώρο. Είναι κυρίως ζήτημα χαρακτηριστικών, σε συνάρτηση με τις ανάγκες και τη χημεία της ομάδας. Χημεία, αυτή η μαγική λέξη.
Εάν υπάρχει κάτι θετικό για την επικείμενη σεζόν στον Παναθηναϊκό είναι τα καλά λόγια των παικτών για τη δουλειά του νέου προπονητικού τιμ, αλλά και το γεγονός ότι, θεωρητικά τουλάχιστον, υπάρχει ήδη μία αξιόπιστη ραχοκοκαλιά. Εκεί που ζυγίζονται οι ομάδες και επιβάλλεται να υπάρχει ποιότητα και προσωπικότητες: Ντραγκόφσκι/Λοντίγκιν στο τέρμα, Ινγκασον στους στόπερ, Αράο/Μαξίμοβιτς στον άξονα, Μπακασέτας στο «10», Ιωαννίδης στο «9». Τα υπόλοιπα κομμάτια του παζλ είναι σαφώς καθοριστικά, στην αριστερή πλευρά της άμυνας και στα δύο «φτερά», αλλά πιο σημαντικό απ’ όλα είναι να επανέλθει η προοπτική και το όραμα, να μην παίζει η ομάδα μπροστά σε συγγενείς και φίλους όπως με θλίψη διαπιστώσαμε στα φιλικά της Λεωφόρου, παρά τον καύσωνα που δεν μπορεί να αποτελεί «δικαιολογία». Αυτό θα γίνει όταν ο κόσμος πειστεί ότι αξίζει τον κόπο. Μέχρι τότε ψυχραιμία και θα τα δούμε όλα. Βήμα-βήμα. Με σοβαρότητα και καθαρό μυαλό.