Γεννημένος στις 12 Ιουνίου 1973 στην Αθήνα ο Τάκης Φύσσας ξεκίνησε από μικρός να παίζει ποδόσφαιρο. Έμαθε τα μυστικά του αθλήματος στην μεγάλη της «πλατείας» σχολή, αφού υπήρξε μέλος των ακαδημιών του Πανιωνίου.
Ντεμπούτο και καθιέρωση
Το αξιοσημείωτο είναι ότι το επαγγελματικό του ντεμπούτο στην πρώτη εθνική το έκανε στις 27 Ιανουαρίου 1991 σε ένα παιχνίδι κόντρα στον Παναθηναϊκό. Τότε η διοίκηση της ομάδας της Νέας Σμύρνης αποφάσισε να παρατάξει την ομάδα των ερασιτεχνών. Την ίδια χρονιά υπογράφει και το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με τους «κυανέρυθρους», ενώ άρχισε να καθιερώνεται ως βασικός το 1993.
Στον Πανιώνιο έμεινε συνολικά οκτώ χρόνια και κατάφερε να κατακτήσει ένα κύπελλο την τελευταία του χρονιά πάλι με αντίπαλο τον Παναθηναϊκό. Με την ομάδα της Νέας Σμύρνης αγωνίστηκε συνολικά 150 φορές ενώ πέτυχε και 9 γκολ.
Με το «τριφύλλι»
Με τις εμφανίσεις του κερδίζει την μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό, τον Ιανουάριου του 1999. Στις 14 Ιανουαρίου ντεμπουτάρει σε ματς Κυπέλλου με τον Πανηλειακό στον Πύργο και τέσσερις μέρες αργότερα παίζει βασικός στο εκτός έδρας παιχνίδι με τον Πανελευσινιακό για το πρωτάθλημα.
Με τα «πράσινα» ο Φύσσας καθιερώνεται ως ένα από τα καλύτερα αριστερά μπακ του πρωταθλήματος, ενώ κερδίζει και την πρώτη του συμμετοχή στην Εθνική ομάδα στις 3 Φεβρουαρίου του 1999 σε ένα φιλικό με αντίπαλο την Φινλανδία (2-2) στην Κύπρο .
Με τον Παναθηναϊκό είναι βασικός σε όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές πορείες του «τριφυλλιού» είτε με τον Κυράστα στον πάγκο είτε με τον Μαρκαριάν. Από τους πλέον αγαπητούς παίκτες στην εξέδρα, ουδείς είχε παράπονο από τον ίδιο αφού ήταν φιλότιμος και μιλούσε με αγάπη για τον Παναθηναϊκό και τον κόσμο του.
Από τις πιο χαρακτηριστικές στιγμές στην καριέρα του, το μπαταρισμένο του κεφάλι σε ένα ντέρμπι με τον Ολυμπιακό την 1η Δεκεμβρίου. Τότε που μετά από μια κεφαλιά με τον Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς, γέμισε με αίματα αλλά συνέχισε να αγωνίζεται σα να μην συμβαίνει τίποτα. Ιδιαίτερα αγαπητός και στους συμπαίκτες του, πειραχτήρι και εκπληκτικός στις μιμήσεις, έστηνε μοναδικές παραστάσεις κατά την διάρκεια των αποστολών στο εξωτερικό.
Από τον Παναθηναϊκό αποχώρησε τον Ιανουάριο του 2004 για την Μπενφίκα. Κατά την διάρκεια της απονομή του πρωταθλήματος, μετά από επτά χρόνια, αποθεώθηκε από την κατάμεστη Λεωφόρο Αλεξάνδρας.
Πορτογαλία, Σκωτία και επιστροφή
Την ίδια χρονιά κατέκτησε το κύπελλο Πορτογαλίας ενώ ήταν βασικός μέλος της εθνικής που κατέκτησε το Euro του 2004. Μάλιστα αναγκάζεται να αλλάξει την ημερομηνία του γάμου του αφού τον είχε προγραμματίσει την ημέρα του τελικού.
Στην Πορτογαλία έμεινε για 1,5 χρόνο και προσθέτει στην συλλογή του και το πρωτάθλημα. Με τους «αετούς» είχε 30 συμμετοχές αλλά δεν κατάφερε να σκοράρει.
Η Σκωτία και η Χαρτς είναι ο επόμενος σταθμός της καριέρας του. Με την σκωτσέζικη ομάδα κατακτά ακόμα ένα κύπελλο ενώ αγωνίζεται σε συνολικά 53 αγώνες σημειώνοντας και ένα γκολ. Το 2007 φεύγοντας από την Σκωτία, ανακοινώνει και το αντίο του από την εθνική ομάδα, μετά από 60 συμμετοχές και 4 γκολ.
Ο Παναθηναϊκός αντιλαμβανόμενος την μεγάλη αγάπη που έχει για την ομάδα, του προσφέρει συμβόλαιο για να κλείσει την καριέρα του στους «πρασίνους», όπως και ο ίδιος θα ήθελε.
Με κοστούμι
Με το «αντίο» του αναλαμβάνει τιμ μάνατζερ των Εθνικών ομάδων, στην αρχή δίπλα στον Ότο Ρεχάγκελ και στην συνέχεια στον Φερνάντο Σάντος με τους οποίους είχε άριστη συνεργασία.
Με τις εμπειρίες και τις γνώσεις που έχει αποκομίσει βοηθάει σημαντικά από το νέο του πόστο, αφού παραμένει 6,5 χρόνια, ενώ συνόδευσε την εθνική σε δύο Euro (2008, 2012) και δύο Μουντιάλ (2010, 2014).
Αξίζει να σημειωθεί ότι προς τιμήν του δόθηκε φιλικό παιχνίδι το 2008 με την τότε Παγκόσμια Πρωταθλήτρια Ιταλία.
Φέτος, μετά από 6,5 χρόνια επιστρέφει στον Παναθηναϊκό για να προσφέρει από ένα διαφορετικό πόστο, αυτό του διευθυντή ποδοσφαίρου. Θα είναι δηλαδή ο συνδετικός κρίκος της διοίκησης με τους ανθρώπους που «τρέχουν» το ποδοσφαιρικό τμήμα.