Η Ρέιντζερς το 2012 υποβιβάστηκε στην 4η(!) κατηγορία της Σκωτίας λόγω χρεών, ορθοπόδησε, επέστρεψε αλλά είναι ακόμα υπό καθεστώς επιτήρησης.
Οι κανονισμοί του χρηματοοικονομικού Fair Play (FFP) της UEFA παίζουν καθοριστικό ρόλο στη λειτουργία των συλλόγων, περιορίζοντας τις ανεξέλεγκτες δαπάνες και εξασφαλίζοντας τη βιωσιμότητα. Αυτό ισχύει και για τη Ρέιντζερς, αντίπαλο του Παναθηναϊκού στον δεύτερο προκριματικό του Champions League, η οποία πρόσφατα εξαγοράστηκε κατά 51% από αμερικανικό επενδυτικό όμιλο έναντι 250 εκατομμυρίων λιρών.
Το 2012 μάλιστα, η Ρέιντζερς γνώρισαν ταπεινωτικό υποβιβασμό στην 4η (!) κατηγορία της Σκωτίας, λόγω χρεών, ενώ μετά από περιπέτεια τεσσάρων χρόνων, επέστρεψαν στη Premiership τη σεζόν 2016/17. Μάλιστα, κατέκτησαν το τίτλο του πρωταθλήματος το 2020/21, με τον Στίβεν Τζέραρντ στον πάγκο τους.
Παρά την οικονομική ισχύ των νέων ιδιοκτητών, οι κανονισμοί FFP δεν επιτρέπουν την άμεση διοχέτευση μεγάλων κεφαλαίων σε μεταγραφές ή μισθούς. Οι σύλλογοι οφείλουν να λειτουργούν εντός των εσόδων τους, αποφεύγοντας τη δημιουργία χρεών, ενώ αξιολογούνται σε βάθος τριετίας για τη συμμόρφωση με τα οικονομικά όρια ζημιών.
Η Ρέιντζερς, με ιστορικό οικονομικών δυσχερειών, κορυφαίο παράδειγμα η χρεοκοπία του 2012, συνεχίζει να αντιμετωπίζει προκλήσεις λόγω υψηλών λειτουργικών δαπανών και περιορισμένων εσόδων. Το 2022, παρά τα έσοδα των 86,8 εκατομμυρίων λιρών, σημείωσε ζημίες ύψους 12,1 εκατομμυρίων.
Η UEFA παρακολουθεί στενά τους συλλόγους που συμμετέχουν σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις και επιμένει σε αυστηρή συμμόρφωση. Έτσι, η Ρέιντζερς καλείται να προσαρμοστεί σε ένα μοντέλο οικονομικής σταθερότητας, αξιοποιώντας τη νέα επένδυση με φειδώ και στρατηγικό σχεδιασμό, αποφεύγοντας τις υπερβολές του παρελθόντος.