Ο Κώστας Μανωλιουδάκης γράφει για τον 27χρονο διεθνή Αλγερινό στόπερ, που διαθέτει εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά από τους υπόλοιπους «πράσινους» αμυντικούς και την ουσία της επιλογής του.
Ο Αχμέντ Τουμπά είναι η δεύτερη μεταγραφή του Παναθηναϊκού και, όπως συμβαίνει παραδοσιακά σ’ αυτές τις περιπτώσεις, οι συζητήσεις… καφενειακές και μη, πήραν φωτιά. Υπάρχει ενδιαφέρον, εύλογες απορίες, έντονη κριτική – θετική ή αρνητική. Κυρίως το δεύτερο.
Αυτό δεν είναι κακό. Είναι ανθρώπινο. Κυνηγάμε ελπίδες και κρατιόμαστε από τις εξαιρέσεις. Παρότι είθισται οι εξαιρέσεις να επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Το μόνο σίγουρο: Ο Τουμπά δεν έρχεται ως ο νέος… Χένρικσεν. Έρχεται ως ένας αριστεροπόδαρος στόπερ με άρτια τεχνική και στοιχεία που μοιάζουν να λείπουν απ’ τους υπόλοιπους συμπαίκτες του στη συγκεκριμένη θέση. Για την ακρίβεια είναι εντελώς διαφορετικός απ’ όλους τους άλλους. Το φόρτε του είναι το ασφαλές build up από τα μετόπισθεν, μπορεί να κάνει με άνεση κάθετα μέτρα με τη μπάλα, μπορεί να σημαδέψει σωστά διαγώνια σε 30άρες μπαλιές, γεγονός σημαντικό όταν οι αντίπαλοι σε πρεσάρουν ψηλά. Κάτι που συνέβαινε σε μόνιμη βάση πέρυσι και η ομάδα δεν είχε αντίδοτο. Για τον απλούστατο λόγο ότι κανείς στόπερ (ή τερματοφύλακας) δεν μπορούσε να υποστηρίξει κάτι τέτοιο. Ούτε ο Ινγκασον, ούτε ο Γέντβαϊ, ούτε ο Σένκεφελντ. Λίγο καλύτερα ήταν τα πράγματα με τον Πάλμερ-Μπράουν, που όμως είναι δεξιοπόδαρος. Αυτή η παράμετρος δεν είναι αμελητέα. Το αντίθετο. Εάν ήταν και καλός με τη μπάλα και «εξολοθρευτής», θα ήταν το ιδανικό.
Μόνο που οι… ιδανικοί είναι ήδη στην… Πρέμιερ Λιγκ. Πιο σημαντικό από το αν είναι καλός παίκτης είναι το αν θα κουμπώσει στη χημεία της ομάδας και στη φιλοσοφία του προπονητή. Ο Τουμπά μπορεί να σουτάρει ευθύβολα με το αριστερό, διαθέτει αρκετά καλή ταχύτητα, αλλά και χτυπητές αδυναμίες σε αυτό που υποτίθεται ότι ορίζει τη θέση του: την άμυνα! Ειδικά στο «ένας εναντίον ενός» και δη στο χώρο, έχει πολλά θέματα, δεν είναι τόσο δυνατός ούτε κυρίαρχος στους αιθέρες παρά το μπόι του (1.90). Αν η άμυνα είναι δουλειά όλων και συνολική η ευθύνη της συνοχής της ομάδας, δεν θα υπάρξει μεγάλο θέμα. Εάν όχι, θα εκτεθεί ανεπανόρθωτα, ακόμη κι αν «χτίζει» το παιχνίδι από πίσω με αυτοπεποίθηση και αποτελεσματικότητα. Το αν θα σταθεί στο ύψος του, στη σούμα, θα το κρίνει το γήπεδο, όπως πάντα.
Εάν υπάρχει κάτι χειροπιαστό που να είναι ταυτόχρονα και θετικό, αφορά στο γεγονός ότι αποκτήθηκε ένας στόπερ διαφορετικός από τους άλλους, που με βάση την περυσινή σεζόν, τον είχε ανάγκη η ομάδα. Ανάγκη είχε βέβαια και από μία μεγαλύτερη προσωπικότητα στην καρδιά των μετόπισθεν, αλλά στη ζωή δεν μπορείς να τα έχεις όλα.
Αυτό που επίσης φαίνεται ενόψει των προκριματικών είναι ότι δίνεται προτεραιότητα δίνεται στην άμυνα και το ανασταλτικό κομμάτι. Αυτό δεν σημαίνει πως ο Παναθηναϊκός θα παίζει πίσω από τη μπάλα σε κάθε ματς. Ούτε ότι θα προσπαθήσει να κυριαρχήσει των αντιπάλων του με κατοχή και κυκλοφορία. Ο Βιτόρια είναι mixed προπονητής. Προσαρμόζεται ανάλογα με τον αντίπαλο. Και το να έχει παίκτες με διαφορετικά χαρακτηριστικά μπορεί να του δώσει σημαντικές λύσεις.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Ευρώπη έρχεται πρώτη. Εκεί όπου ο Παναθηναϊκός δεν θα βρει ομάδες χειρότερες απ’ αυτόν. Θα βρει ισοδύναμες ή καλύτερες, τακτικά και τεχνικά. Εκεί κρίνεται η ανάγκη για αμυντική συνοχή, για δύο επιλογές σε κάθε θέση των μετόπισθεν, αλλά και στη θέση 6 που έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία (ανέκαθεν ο πιο νευραλγικός χώρος το κέντρο) ενόψει της νέας σεζόν να υπάρχει πληρότητα και ποιότητα.